Читайте только на ЛитРес

Книгу нельзя скачать файлом, но можно читать в нашем приложении или онлайн на сайте.

Читать книгу: «Αμλέτος», страница 13

Шрифт:

70) &να τιμωρήση – μ' εμέ&. Εμέ με τον φόνον του Πολωνίου και τον Πολώνιον μ' εμέ (με το χέρι μου)· το «αυτό» τίθεται διά τον Πολώνιον ως άψυχον ήδη πτώμα.

71) &'ς το να ήμαι – σέρνει&. O Delius νομίζει ότι με τον πρώτον στίχον ο Aμλέτος δικαιολογεί την τραχείαν γλώσσαν την οποίαν αμέσως κατόπιν θα μεταχειρισθή προς την μητέρα του. H έννοια των δύο στίχων, κατά την γνώμην μας, είναι η εξής * γνώμη αγαθή (η προς τον πατέρα του φιλοστοργία) τον υποχρεόνει να ήναι σκληρός, άπονος· και αρχή φοβερωτέρων φονικών πράξεων είναι αυτός ο φόνος του Πολωνίου. Ίδ. την Μ ε λ έ τ η ν μας εις τον A μ λ έ τ ο ν.

72) &πρισμένον βασιλέα&. Ίδ. Σημείωσιν 69.

73) &η περίφημη μαϊμού&. Αινίττεται κάποιον μύθον άγνωστον.

ΠΡΑΞΙΣ Δ'

1) &αυτό – πρόσωπό μας&. Ομιλεί πληθυντικώς ως βασιλεύς.

2) &και αυτή του η τρέλλα κλ&. Δηλαδή, και μέσα εις την παραφροσύνην του σώζεται η αγνότης της φύσεως του, ώστε έχει την συναίσθησιν της κακής του πράξεως.

3) &ότι είμ' ικανός κλ&. Δηλαδή, εάν πιστεύετε, και πρέπει να το πιστεύετε, ότι είμαι ικανός να φυλάξω ένα ξένο μυστικό, πρέπει να πιστεύσετε ότι είμαι ικανός να φυλάξω τα δικό μου.

4) &όταν τον χρειασθή κλ&. Πρβ. Suelon. Vesp. c. 16. οπού γίνεται χρήσις αυτής της εικόνος, όμως με διάφορον σκοπόν· «quibus (procuratoribus) quidem vulgo pro spongiis dicebatur (Vespasianus) uti quod quasi et siccos madefaceret et exprimeret humentes».!!

5) &Το σώμα είναι με τον Βασιλέα κλ&. Η πιθανωτέρα εξήγησις αυτού του γρίφου είναι η εξής· το σώμα (τα εξωτερικά βασιλικά γνωρίσματα) έχει ο Βασιλεύς (ο Κλαύδιος), αλλά ο βασιλεύς (ψυχή αληθώς βασιλική) δεν υπάρχει εις εκείνο το σώμα. Ίσως εις το λογοπαίγνιον έλαβεν αφορμήν ο Shakespeare από τους λόγους του Αμβλέτου (Ίδ. χρονικόν) προς τον λαόν μετά τον φόνον του Φέγγονος· «σας παρακαλώ να σκεφθήτε ότι τούτο δεν είναι το σώμα ενός βασιλέως, είναι το σώμα ενός κατηραμένου τυράννου, ενός μισητού αδελφοκτόνου».

6) &Κρύψου, αλωπού&. Αινίττεται κάποιο παιγνίδι.

7) &διπλωματικά σκουλήκια&. Αινίττεται με σκληράν ειρωνείαν την διπλωματικήν ιδιότητα του Πολωνίου.

8) &εις τον άλλον τόπον&. Εις την Κόλασιν.

9) &θα σας περιμείνη κλ&. Ειρωνεία διά τον αναίσθητον νεκρόν.

10) &διότι αυτή ως θέρμη κλ&. Πρβ. Σοφοκλ. Ηλ. στ. 784 κλ. οπού η ένοχος Κλυταιμνήστρα λέγει περί της θυγατρός της Ηλέκτρας, της οποίας η παρουσία της είναι παντοτινός έλεγχος· «ήδε γαρ μείζων βλάβη – ξύνοικος ην μοι, τουμόν εκπίνουσ' αεί – ψυχής άκρατον αίμα». – Πρβ. τας λαϊκάς φράσεις· «τον έχω μέσα μου δίπλα· μου έπιε το αίμα της καρδιάς μου».

11) &εντήρησις&. Δισταγμός, ατολμία. Η λέξις ευρίσκεται εις το μεσαιωνικόν ποίημα Λυβίστρου και Ροδάμνης (Μαυροφρύδου Μνημεία νεωτ. Ελλ. Γλ. Τόμ. Β'. σελ. 325). Και ρήμα κατά τον Κοραήν (Άτακτ. Τ. 1. σελ. 164 'ντηρούμαι N'oser, se retenir). Πρβ. Αριστοφ. Σφ. στ. 373. «τηρώμεσθ' όπως μη Βδελυκλέων αισθήσεται».

12) &άχυρα&. Ό,τι ασήμαντο πράγμα τύχη έμπροσθέν της.

13) &και ταις λέξες όλαις&. Δηλαδή, της Οφηλίας.

14) &'Σ τους άλλους μέσ' αγάπη μου κλ.& * Περιγράφει ενδυμασίαν προσκυνητού· αυτήν την ενδυμασίαν συχνά εφορούσαν οι νέοι εις τας ερωτικάς εκδρομάς των.

15) &ενός ψωμά θυγατέρα&. * Αινίττεται λαϊκόν μύθον, κατά τον οποίον ο Χριστός εμεταμόρφωσεν εις κουκουβάγιαν την θυγατέρα ενός αρτοποιού, η οποία είχεν αρνηθή να του δώση ψωμί.

16) &Του Αγίου Βαλεντίνου κλ&. Κατ' αυτήν την ημέραν αι παρθένοι εσυνηθούσαν και συνηθούν ακόμη με λαχνούς και με άλλους τρόπους να μαντεύουν τον προωρισμένον γαμβρόν των. Είναι γνωστόν ότι παρόμοια συνήθεια επικρατεί και εις την Ελλάδα, τουλάχιστον εις κάποια μέρη, κατά την εορτήν του Αγίου Ιωάννου.

17) &κ' έχει τροφήν – κλεισμένος&. Δηλαδή, χάνεται εις εικασίας περί του θανάτου του πατρός του και κρύπτει τους σκοπούς του.

18) &Πόσο – κυνήγι&. Δηλαδή, ματαιοπονείτε, καθώς συμβαίνει εις κυνηγετικόν σκύλλον, αφού έχασε τα ίχνη του λαγού και τον ζητεί όπου δεν είναι.

19) &Άφησε να κάμη&. Η Γελτρούδη κρατεί τον Λαέρτην διά να τον εμποδίση να πλησιάση τον Κλαύδιον.

20) &ο – πελεκάνος&. Επιστεύετο ότι ο πελεκάνος με το ράμφος του ανοίγει τα σπλάχνα του διά ν' αναστήση με το αίμα του τα φονευμένα παιδιά του. Ούτω και ο Dante Parad. XXV- v. 112. ονομάζει τον Χριστόν «il nostro pellicano».

21) &Ω θέρμη κλ&. Δηλαδή, η θέρμη, την οποίαν ήδη αισθάνεται ο εγκέφαλος του, ν' αυξήση τόσον ώστε να τον καταστήση αναίσθητον εις την κατάστασιν της αδελφής του, και τα δάκρυα, οπού ήδη χύνει, να γίνουν τόσο πικρά, ώστε να τον αποτυφλώσουν διά να μη την βλέπη.

22) &θνηταίς να ήναι κλ&. Δηλαδή, ώστε να νεκρωθούν, ν' αφανισθούν, ως η ζωή του Πολωνίου, του οποίου ο θάνατος είναι η αιτία της παραφροσύνης της Οφηλίας.

23) &τόσο λεπτή 'ναι κλ. * Ούτως η Οφηλία από υπερβολικήν αγάπην προς τον πατέρα της εχώρισεν από τον εαυτόν της ό,τι πολυτιμότερον είχε, τας φρένας της.

24) &Ω! – πόσο του ταιριάζει&. Κατά την πιθανωτέραν εξήγησιν πόσο αρμόζει να τραγουδάται αυτό το τραγούδι ενώ γυρίζει το ροδάνι.

25) &Το μηδέν – παν&. Δηλαδή, ενώ τ' ασυνάρτητα αυτά λόγια στερούνται υποστάσεως, είναι όμως η συγκεφαλαίωσις, η φοβερωτέρα παράστασις της συμφοράς, η οποία κατέστρεψεν ολόκληρον την οικογένειαν του Πολωνίου.

26) &Μέσα εις την τρέλλαν νουθεσία&. * Δηλαδή, μ' όλον ότι τρελλή, ευρίσκει την σχέσιν του συλλογισμού (πανσέδες, pensées) και της ενθυμήσεως, (της οποίας σύμβολον εθεωρείτο το δενδρολίβανο).

27) &μάραθο και πήγανο&. * Τα δίδει του Κλαυδίου· το μάραθο ήταν το σύμβολον της κολακείας, ο πήγανος της αχαριστίας.

28) &συ, τα πάθη&. Το άνθος το λεγόμενον τα «Πάθη του Χριστού»· αντικαταστήσαμεν αυτό εις το «rue» (είδος πηγάνου) του κειμένου· η αγγλική λέξις σημαίνει και μετάνοιαν, λύπην. – * Το δίδει της Γελτρούδης.

29) &με κάποιαν διαφοράν&. * Η Γελτρούδη και η Οφηλία είναι και αι δύο λυπημέναι, αλλά διαφέρει η αιτία της λύπης.

30) &ιδού μία μαργαρίτα&. * Είναι το σύμβολον της απάτης· ίσως την κρατεί διά τον εαυτόν της ενθυμουμένη την σκληρότητα του Αμλέτου.

31) &γιοφύλλια&. * Το σύμβολον της ειλικρινείας· ίσως το δίδει του Ορατίου.

32) &Το βλέπεις; ω Θεέ!& Προς τον Κλαύδιον. Βλέπεις πού έφερε την Οφηλίαν ο θάνατος του πατρός της. Το «ω Θεέ!» είναι επιφώνημα.

33) &Τώρα η συνείδησίς σου κλ&. Τούτο υποθέτει ότι εις το συμβούλιον των φίλων, το οποίον ο Κλαύδιος εις την ε'. σκηνήν είχε προτείνη του Λαέρτου, εθεωρήθη ως αποδεδειγμένον ότι όχι μόνον ο Κλαύδιος δεν ενέχεται εις τον φόνον του Πολωνίου, αλλ' ότι ο Αμλέτος ήθελε να φονεύση αυτόν τον Κλαύδιον.

34) &καθώς τ' άστρο κλ&. * ο λαός ενόμιζεν ότι έκαστον άστρον είναι κλεισμένον μέσα εις μίαν κρυσταλλίνην σφαίραν και με αυτήν κινείται. Η Γελτρούδη ήταν η σφαίρα του Κλαυδίου.

35) &καθώς το ξύλο κλ&. Κάποια ξύλα, ως της ελαίας, σκληρύνονται και σχεδόν απολιθόνονται μέσα εις το νερό.

36) &εις χάρες τα δεσμά του&. Δηλαδή, ο λαός ήθελε θεωρήση τα δεσμά του Αμλέτου ως στόλισμα αδικημένου ανθρώπου.

37) &απ' τα γένεια – κίνδυνος&. Πρβ. Pers. Sat. 2. «idcirco stolidam praebet tibi vellere barbam – Jupiter?»

38) &'ς ολίγο – θα μάθης&. Δηλαδή, τον θάνατον του Αμλέτου· από στιγμήν εις στιγμήν περιμένει ο Κλαύδιος να επανέλθουν από την Αγγλίαν οι δύο συμμαθηταί του Αμλέτου.

39) &μπορείς να φαντασθής&. Έμελλε να του ανακοινώση πως έχει στείλη τον Αμλέτον εις βέβαιον θάνατον.

40) &Εάν το πράγμα τρέχει κλ&. Δηλαδή, αφού δεν δυνάμεθα ν' αμφιβάλωμεν ότι ο Αμλέτος επανήλθε.

41) &με τον καιρόν&. Η αγάπη καθώς έχει αρχήν έχει και τέλος.

42) &στεναγμόν κλ&. * Επιστεύετο ότι οι αναστεναγμοί ολιγοστεύουν την ζωτικήν δύναμιν του ανθρώπου· αυτήν την γνώμην ο Shakespeare εκφράζει και αλλού (Henry VI. Act. III. sc. 2).

43) &τούτ' η ανοησία&. Τα δάκρυα, ως αποτέλεσμα αδυναμίας.

ΠΡΑΞΙΣ Ε'

1) &να σωθή&. Αντί, να κολασθή. Εις τον εξής διάλογον η φράσις είναι επίτηδες αμφίβολος πότε χάριν ειρωνείας, πότε διά την αμάθειαν των προσώπων.

2) &και η πράξις έχει κλάδους τρεις κλ&. * Σατυρίζεται η σχολαστική λεπτολογία· υποτίθεται ακόμη ό τι ο Shakespeare ηθέλησε να διακωμωδήση έναν δικαστήν οπού είχε μεταχειρισθή παρόμοια σοφίσματα διά να δημεύση την περιουσίαν ενός αυτοκτόνου.

3) &Εξομολογήσου πρώτα και& – * Αποσιώπησις· πήγαινε να πνιγής.

4) &'ποίος είναι εκείνος κλ&. ο Β'. Νεκροθάπτης επαναλαμβάνει κατά γράμμα την ερώτησιν σκεπτόμενος, διά να εύρη καλητέραν λύσιν.

5) &λύσε το ζευγάρι σου&. Μεταφορικώς· δηλαδή, αφού έκαμες τον κόπον διά να λύσης το ζήτημα, θα ήναι δίκαιον να ξεκουρασθής, καθώς ο ζευγολάτης όταν ξεζέφει τα βώδια του,

6) &Ω πόσον ήταν ιλαρός κλ&. Τούτο το τραγούδι και το ακόλουθον του Νεκροθάπτου, τα οποία ο Shakespeare παρέλαβεν από προγενέστερον άγγλον ποιητήν, εμιμήθη ο Goethe εις το Β'. Μέρος του Faust.

7) &το χέρι όσον ολιγώτερο κλ&. Και εξ αντιθέτου όσο περισσότερο τρίβεται εις την εργασίαν τόσον ολιγώτερο αισθάνεται· ομοίως και η καρδία του νεκροθάπτου εσυνήθισεν εις την εργασίαν του, ώστε αυτός τραγουδά ενώ σκάπτει τάφον.

8) &να παίζουν με αυτά ταις αμάδαις&. Εις την περιπαθή παρομοίωσιν έδωκεν αφορμήν ο τρόπος του νεκροθάπτου, ο οποίος πετά μακράν τα κρανία οπού ξεχώνει με την δίκοπήν του.

9) &εδώ εχρεμιώνταν κλ&. Πρβ. Λουκίαν. Νεκρ. Διαλ. Ι. «παρ' ημίν ούτε η ξανθή κόμη ούτε τα χαροπά ή μέλανα όμματα ή ερύθημα επί του προσώπου έτι έστιν ή νεύρα εύτονα ή ώμοι καρτεροί, αλλά πάντα μία ημίν κόνις, φασί, κρανία γυμνά του κάλλους».

10) &και γιούλια& κλ. Πρβ. Pers. Sat. I. v. 37 «nunc non e manibus illis – nunc non e tumulo fortunataque favilla – nascentur violae?».

11) &εκείνος – Δανός&. * Δηλαδή, δεν είναι ο Λαέρτης, αλλ' είμ' εγώ ο οποίος περισσότερον παρά τον αδελφόν δύναμαι να εκφράσω κατ' αυτόν τον τρόπον την θλίψιν μου διά τον θάνατον της Οφηλίας.

12) &Δεν είναι – καλή&. Δηλαδή, δεν πρέπει εδώ να καταράσαι.

13) &καυτήν ζώνην&. * Η καυτή ζώνη εδώ σημαίνει το πλησιέστερον εις τον ήλιον σημείον, οπού θα φθάση η κορυφή του πελωρίου τάφου.

14) &Και ο Ηρακλής κλ&. * Δηλαδή, υπάρχουν πράγματα τα οποία και έκτακτος ανθρωπίνη δύναμις δεν δύναται να εμποδίση.

15) &Μνημείο ζωντανό&. * Δηλαδή, ο τάφος της Οφηλίας πρέπει να τιμηθή με μνημείον στερεόν, διαρκές (ως θα το εννοήση η Γελτρούδη), με την ουσίαν μιας ζωής, δηλ. του Αμλέτου (ως θα το εννοήση ο Λαέρτης).

16) &προτού κάμω – δράμα&. * Δηλαδή, πριν ή εγώ αρχίσω να σχηματίσω ένα σχέδιον ο εγκέφαλός μου ενστιγματικώς μου υπαγόρευσε τι θα πράξω.

17) &ωσάν κόμμα&. * Διότι το κόμμα, η υποστιγμή, δεν χωρίζει, ως η τελεία αλλά συνδέει τον λόγον.

18) &κάμνει αρκετό ψύχος&. Στιγματίζεται η κολακεία των αυλικών. Πρβ. Juvenal. Sat. III. «Igniculum brumae si tempore poscas – accipit endromidem; si dixeris aestuo, sudat».

19) &ένας τέλειος ευγενής&. Εις την ομιλίαν του Οσρίκου σατυρίζεται το κακόζηλον ύφος της εποχής του Shakespeare, το οποίον ωνομάζετο ευφυισμός· ο Αμλέτος με την υπερβολήν παρωδεί τον Οσρίκον.

20) &Άμποτε να το εγνώριζες κλ&. Δηλαδή, ότι έχω γνώσιν = νουν. ο Αμλέτος αποδίδει αυτήν την έννοιαν εις την φράσιν του Οσρίκου διά να τον περιπαίξη.

21) &εστοιχημάτισε εννέα προς δώδεκα&. Οι όροι του στοιχήματος εβασάνισαν τους εξηγητάς· συνίστανται ίσως εις τούτο, ότι δύο κτυπήματα του Αμλέτου θα λογαριασθούν ως τρία.

22) &και εις το πέσιμο ενός στρουθίου&. Πρβ. Ματθ. ι'. 29. «Ουχί δύο στρουθία ασσαρίου πωλείται; και έν εξ αυτών ου πεσείται επί την γην άνευ του πατρός υμών».

23) &Το παν είναι να ήσαι έτοιμος&. Πρβ. Ευαγγέλ. Λουκ. ιβ'. 40. «και υμείς ουν γίνεσθε έτοιμοι».

24) &Αφού κανείς δεν γνωρίζει κλ&. Κατά την γραφήν «since no man, of aught he leaves, knows» δηλαδή, διατί να φοβώμεθα τον πρόωρον θάνατον, αφού δεν γνωρίζομεν αν αυτός μας χωρίζει από την ευτυχίαν, ή μας λυτρόνει από επικειμένην δυστυχίαν; Κατά την άλλην γραφήν, «since no man has aught of what he leaves = Αφού κανείς δεν έχει τίποτε απ' όσα αφίνει»· δηλαδή, αφού κανείς δεν δύναται να ονομασθή αληθώς κύριος, κάτοχος των πραγμάτων από τα οποία τον αποχωρίζει ο θάνατος. Πρβ. «Πάροικος εγώ ειμι εν τη γη». Ψαλμοί. 119. 19. και εις τον Οράτιον (Od. Lib. II. II. ν. 134 sq.) «Nunc ager Umbreni sub nomine, nuper Ofelli – dictus, erit nulli propius; sed cedet in usum – nunc mihi, nunc alii.

25) &ωσάν πετάλι&. Δηλαδή, καθώς το πετάλι (=το αργυρό ή χρυσό έλασμα), όπου δένονται οι πολύτιμοι λίθοι, καθιστάνει φανερωτέραν την λάμψιν των.

26) &δικός σου ο μαργαρίτης κλ&. * Αφού έπιεν αυτός, ρίχνει μέσα με τον μαργαρίτην το φαρμάκι.

27) &σκληρός – κλητήρας&. Πρβ. Λουκιαν. Χάρων. 17… «επειδάν επιστάς ο υπηρέτης καλή και απάγη πεδήσας τω πυρετώ ή τη φθόη κλ.».

28) &κατά την προσταγήν του&. Του Βασιλέως, του Κλαυδίου.

29) &σαρκικά, φονικά και παρά φύσιν&. * Του Κλαυδίου και της Γελτρούδης.

30) &κρίσες – της τύχης&. * Η τύχη έλαβε μέγα μέρος εις τον θάνατον του Πολωνίου, του Γυιλδενστέρνη, του Ροζενκράς και του Λαέρτη.

31) &φόνους κατά σύμπτωσιν&. * Της Γελτρούδης, της Οφηλίας.

32) &θανάτους – ανάγκης&. * Του Γυιλδενστέρνη, του Ροζενκράς και αυτού του Αμλέτου και του Κλαυδίου.

33) &σχέδια – γεννητάς των&. * Τον Κλαύδιον και τον Λαέρτην.

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΑΜΛΕΤΟΥ

Φαίνεται ότι την υπόθεσιν του Δράματος έλαβεν ο SHAKESPEARE από τας Histoires Tragiques του BELLEFOREST, ή πιθανώς από την αγγλικήν Μετάφρασιν, της οποίας όμως η πρώτη γνωστή έκδοσις είναι του 1608, ήτοι μετά την πρώτην του Αμλέτου έκδοσιν (1603). Ο BELLEFOREST δεν έκαμεν άλλο ή να μεταφράση τον μύθον του Αμλέτου από τας Histoires danicœ του SAXO GRAMMATICUS (1204). Δίδομεν εδώ σύντομον περίληψιν του περιεχομένου της αγγλικής Μεταφράσεως, διά να ίδη ο αναγνώστης από ποίον άμορφον σκελετόν Εδυνήθη η δημιουργική φαντασία του SHAKESPEARE να ποιήση το θαυμασιώτερον από όλα τα έργα του.

Ο Βασιλεύς της Δανιμαρκίας Ροδερίκος, εις αναγνώρισιν γενναίων ανδραγαθημάτων και μεγάλων υπηρεσιών, έδωκε εις γάμον την θυγατέρα του Γερούθην εις τον Ορβενδίλην, ο οποίος με τον αδελφόν του Φέγγονα είχε την τοπαρχίαν της Ιουτίας. Ο Φέγγων από φθόνον, και διά να χαρή μόνος την εξουσίαν, αποπλανά την γυναικαδέλφην του Γερούθην, φονεύει τον αδελφόν του και διαδίδει εις τον κόσμον ότι ο φόνος συνέβη τυχαίως, εις την στιγμήν οπού αυτός επροσπαθούσε να σώση την Γερούθην από την φονικήν μανίαν του συζύγου της. Ο Φέγγων αμέσως την νυμφεύεται και αυτή «η αθλία και διεστραμμένη γυνή (λέγει ο χρονογράφος), η οποία είχε πρώτα το καύχημα να ήναι σύζυγος ανδρείου και συνετού ηγεμόνος, έπεσεν εις τόσην εξαχρείωσιν, ώστε όχι μόνον εφάνη άπιστος προς αυτόν, αλλά και ενυμφεύθη με τον αισχρόν φονέα του, ώστε πολλοί επίστευαν ότι αυτή έγινε και συνεργός της δολοφονίας δια να ζη ελεύθερα εις την ανομίαν».

Ο Αμβλέτος, μονογενής υιός του Ορβενδίλη και της Γερούθης, καθώς ήταν εγκαταλελειμμένος από όλον τον κόσμον και από αυτήν την μητέρα του και είχε την πεποίθησιν ότι ο θείος του εμελετούσε και αυτόν να θανατώση, εσκέφθη να προσποιηθή τον τρελλόν, όπως με αυτό το πρόσχημα, δυνηθή να προφυλαχθή από τας επιβουλάς του θείου του και εύρη την στιγμήν να εκδικήση τον φόνον του πατρός του. Αλλά αν και από τας ομιλίας του και από όλην την συμπεριφοράν του ο κόσμος τον εθεωρούσε πραγματικώς τρελλόν, όμως συνέβαινε να δίδη κάποτε τόσον συνετάς απαντήσεις ώστε άνθρωποι νοήμονες υπώπτευσαν μήπως εκείνο το είδος της παραφροσύνης εσκέπαζε σχέδια επικίνδυνα διά τον ηγεμόνα των Φέγγονα, και διά να ανακαλύψουν την αληθινήν διάθεσιν του Αμβλέτου, τον έφεραν να συναπαντηθή, εις μοναχικό μέρος, με μίαν ωραίαν νέαν, εις την οποίαν είχαν παραγγείλη να προσπαθήση με τέχνην να του βγάλη το μυστικό του· αλλά δεν εκατόρθωσαν τίποτε, διότι ένας εγκάρδιος φίλος προειδοποίησε τον Αμβλέτον, η δε νέα από μεγάλην προς αυτόν συμπάθειαν δεν έστερξε να τον προδώση.

Αφού το στρατήγημα τούτο απέτυχε, ένας των καλητέρων φίλων του Φέγγονος, σκεπτόμενος ότι ο Αμβλέτος θα άνοιγε την καρδίαν του εις την μητέρα, εσυμβούλευσε τον Φέγγονα να αναχωρήση, και εις την απουσίαν του έκαμεν ώστε ο Αμβλέτος να κλεισθή με την Γερούθην εις το δωμάτιόν της, ενώ αυτός έμενε κρυμμένος όπισθεν του παραπετάσματος διά να ακούση όλην την ομιλίαν των. Ο Αμβλέτος, γεμάτος υποψίαν, εισερχόμενος εις το δωμάτιον άρχισε να μιμήται με τους βραχίονας τα πτεροκοπήματα του πετεινού, και όπως άκουσε κάτι να κινήται όπισθεν του παραπετάσματος, φωνάζει· ένας ποντικός, ένας ποντικός! σύρει το ξίφος, το σπρώχνει μέσα εις το παραπέτασμα, φονεύει τον σύμβουλον, κατόπιν τον κατακομματιάζει και τον ρίπτει εις τους χοίρους διά να τον φάγουν· επιστρέφει εις το δωμάτιον, και πρώτα ελέγχει πικρώς την Γερούθην διά την αισχράν διαγωγήν της και κατόπιν της ομολογεί ότι αυτός προσποιείται τον τρελλόν διά να προφυλαχθή από τον θείον του και διά να προετοιμάση την εκδίκησιν, και δεν ζητεί εις τούτο από την μητέρα του άλλην συνδρομήν παρά να μη τον προδώση. Η μητέρα μετανοημένη ενθαρρύνει τον υιόν της εις την εκδίκησιν και τον συμβουλεύει να ενεργή με πολλήν φρόνησιν έως να φθάση εις τον σκοπόν του.

Ο Φέγγων δεν έπαυε να ανησυχή διά την ζωήν του ενόσω έβλεπε πλησίον του τον τρελλόν Αμβλέτον, και θα τον εφόνευε, αλλά εφοβείτο τον Ροδερίκον βασιλέα της Δανιμαρκίας και δεν ήθελε να δυσαρεστήση την μητέρα του Αμβλέτου· όθεν εσκέφθη να διοργανίση άλλως την καταστροφήν του· στέλλει τον Αμβλέτον εις την Αγγλίαν συνωδευμένον με δύο υπουργούς, εις τους οποίους δίδει γράμματα χαραγμένα εις ξυλίνας πινακίδας, οπού περιείχετο παραγγελία προς τον βασιλέα της Αγγλίας να θανατώση τον Αμβλέτον. Ο νέος υποπτευόμενος δόλον λέγει της μητρός του να μη δείξη λύπην διά την αναχώρησίν του και αφού περάση ένα έτος να διορίση την κηδείαν του, επειδή αυτός ήταν βέβαιος ότι τότε θα επανέλθη ευτυχής. Εις το ταξείδι ευρίσκει τον τρόπον να αναγνώση τα γράμματα του θείου, τα εξαλείφει και αντ' αυτών χαράττει άλλα με τα οποία ο Φέγγων τάχα εζητούσε από τον Ροδερίκον να φονεύση τους δύο απεσταλμένους και να δώση του Αμβλέτου εις γάμον την θυγατέρα του. Ο Αμβλέτος φθάνει με τους απεσταλμένους εις την Αγγλίαν, και αυτού τρομάζει τον Βασιλέα με το μαγικόν του πνεύμα, και μαντεύει σκανδαλώδη απόκρυφα της βασιλικής οικογενείας. Ο Βασιλεύς συμφώνως με τα πλαστά γράμματα στέλλει εις τον θάνατον τους δύο απεσταλμένους, και αρραβωνιάζει την θυγατέρα του με τον Αμβλέτον.

Ο Αμβλέτος επανέρχεται μόνος εις την Δανιμαρκίαν την στιγμήν οπού εγίνετο η κηδεία του, λαμβάνει μέρος εις το συμπόσιον, το οποίον από νεκρικόν μεταβάλλεται εις πανηγυρικόν διά την επιστροφήν του· κατόπιν ο Αμβλέτος, αφού εμέθησε τους καλεσμένους, βάζει φωτιά εις την αίθουσαν και τους καίει όλους, μεταβαίνει εις το δωμάτιον του θείου του και τον φονεύει· κατόπιν εκθέτει τα πάντα εις τον λαόν και αναγορεύεται ηγεμών του τόπου.

Ο Αμβλέτος μεταβαίνει εις την Αγγλίαν, φονεύει αυτού τον Βασιλέα, ο οποίος επεβουλεύετο την ζωήν του, νυμφεύεται την θυγατέρα του και μίαν άλλην κυρίαν, επιστρέφει εις την Δανίαν με τας δύο συζύγους του· αυτού τον προδίδει εις τον άλλον θείον του Βίγλερον μία των δύο συζύγων του, η Ερμετρούδη, και αφού εφόνευσαν τον Αμβλέτον, ο Βίγλερος νυμφεύεται την Ερμετρούδην.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΚΡΙΤΙΚΩΝ

Ο Ποιητής ηθέλησε να μας διδάξη την εξής ηθικήν αλήθειαν ότι η πράξις είναι ο προορισμός του ανθρώπου· ότι τα ωραιότερα διανοητικά χαρίσματα δεν δύνανται να θεωρούνται χρήσιμα, πρέπει μάλιστα να θεωρούνται ατυχήματα, αν μας αποτρέπουν από την ενέργειαν, και μας κάμνουν να σκεπτώμεθα τόσον ώστε να περάση η κατάλληλος ευκαιρία.

Ό,τι αγαπητόν και εξαίσιον υπάρχει εις τον Αμλέτον, εκτός μιας ιδιότητος· είναι άνθρωπος οπού ζη εις την σκέψιν· όλα τα αίτια, τα ανθρώπινα και τα θεία, τον καλούν να ενεργήση· αλλά ο μέγας σκοπός του βίου του αποτυγχάνει, διότι αυτός ατελευτήτως σκέπτεται να ενεργήση, χωρίς να πράττη άλλο τι παρά να σκέπτεται. COLERIDGE.

– Το Δράμα του Αμλέτου σκοπεί να δείξη ότι σκέψις η οποία τείνει να εξαντλήση όλας τας σχέσεις και όλα τα ενδεχόμενα αποτελέσματα μιας πράξεως έως το έσχατον όριον της ανθρωπίνης προβλέψεως, παραλύει την ενεργητικήν δύναμιν, καθώς αυτός ο Αμλέτος το εκφράζει· _το φυσικό της αποφάσεως χρώμα – νεκρόνει ο λογισμός με την χλωμήν θωριά του. SCHLEGEL.

– Ο Shakespeare ηθέλησε να παραστήση μίαν ψυχήν εις την οποίαν ανατίθεται μία μεγάλη πράξις, την οποίαν αυτή είναι ανίκανος να εκτελέση· με αυτήν την έννοιαν είναι κατασκευασμένον όλον το δράμα. Είναι μία δρυς φυτευμένη εις ένα πολύτιμον σκεύος προωρισμένον να δέχεται μόνον χαριτωμένα άνθη· αι ρίζαι της δρυός εκτείνονται και το σκεύος συντρίβεται. Μία ψυχή ωραία, αγνή, ευγενής, εξόχως ηθική, εις την οποίαν όμως λείπει το σθένος, οπού αποτελεί τον ήρωα, πίπτει από το βάρος, το οποίον δεν δύναται ούτε να βαστάση ούτε να αποβάλη· όλα τα καθήκοντα είναι ιερά δι' αυτήν, τούτο μόνον το καθήκον της είναι δύσκολον. Καλείται να εκτελέση το αδύνατον, όχι το αδύνατον καθ' εαυτό, αλλ' ό,τι εις αυτήν είναι αδύνατον.

GOETHE Wilhelm Meister. IV. 13

Σημ. ο Goethe, εις τα τελευταία του χρόνια, δεν ήταν ευχαριστημένος με την εξήγησίν του. Όταν, το έτος 1828, εθεωρούσε την Πινακοθήκην των Δραματικών έργων του Shakespeare, του Retsch, και έφθασε εις τον Αμλέτον, παρετήρησε· «με όλα όσα ειπώθησαν, εκείνο πιέζει την ψυχήν ως ένα ζοφερόν πρόβλημα».

– Ο πρωταγωνιστής δεν έχει σχέδιον, το Δράμα έχει. Η τιμωρία του κακούργου δεν προέρχεται από προμελετημένον σχέδιον εκδικήσεως· όχι· συμβαίνει ένα φοβερόν κακούργημα· τούτο κάμνει τον δρόμον του με τα επακολουθήματά του και συμπαρασύρει και τους αθώους· ο πταίστης φαίνεται ότι θα αποφύγη το βάραθρον, οπού του ετοιμάζεται, και πίπτει εις αυτό ακριβώς εις την στιγμήν οπού ενόμιζεν ότι ευτυχώς είχε σωθή. Διότι αυτή είναι η ιδιότης του κακουργήματος να εκτείνη το κακόν και εις τους αθώους, καθώς της καλής πράξεως να εκτείνη πολλά των ευεργετημάτων της και εις τους αναξίους, πολλάκις χωρίς ο αίτιος μήτε να τιμωρήται μήτε να ανταμείβεται. Εις το Δράμα τούτο βλέπε τι θαύμα! Το Καθαρτήριον Πυρ στέλλει το Πνεύμα και ζητεί εκδίκησιν! αλλά ματαίως! Όλαι αι περιστάσεις συντρέχουν και παρακινούν εις την εκδίκησιν! αλλά ματαίως! ούτε επίγεια ούτε υπερφυσικά δύνανται να κατορθώσουν ό,τι επιφυλάσσεται μόνον εις την Ειμαρμένην. Η ώρα της κρίσεως έρχεται· ο κακός πίπτει με τον καλόν· μία γενεά θερίζεται και βλαστάνει άλλη.

GOETHE Wilhelm Meister. IV. 15. – Ο Ποιητής ηθέλησε να παραστήσει οποίον χάσμα υπάρχει μεταξύ της συναισθήσεως του καθήκοντος και της εκπληρώσεως αυτού, μεταξύ θελήσεως και πράξεως, μεταξύ κατανοήσεως και αποφάσεως. Ο ποιητής θέλει να αναπτύξη οποίον λόγον έχει η ευγένεια της ψυχής προς την ισχύν του χαρακτήρος, η αισθηματική και πνευματική φύσις προς την πρακτικήν, η διανοητική δύναμις προς την ενεργητικήν ρώμην· θέλει να μας δείξη πως η μονομερής του πνεύματος μόρφωσις εξασθενίζει και δεσμεύει την ενεργητικήν ιδιότητα της φύσεως μας, πως η λεπτοτέρα καλλιέργεια της ψυχής δεν δύναται να εξυπηρετήση την ενεργητικήν δύναμιν όταν παραμελείται η μόρφωσις της θελήσεως. GERVINUS.

Σημ. Ο αυτός Κριτικός βλέπει εις τον Αμλέτον έναν χαρακτήρα της νεωτέρας εποχής, κατ' αντίθεσιν της τραχείας και αγρίας εποχής, εις την οποίαν εγεννήθη, οπόταν τα πάντα εξαρτώντο από την φυσικήν δύναμιν και από την ορμήν προς την ενέργειαν, δηλαδή από ιδιότητας των οποίων ο Αμλέτος στερείται. Ο Αμλέτος έχει την αισθηματικότητα η οποία κατόπιν, εις τον 18ον αιώνα, έγινε επιδημική εις την Αγγλίαν και εις την Γερμανίαν.

– Εις το άτομον του Αμλέτου παριστάνεται το ελάττωμα της λεπτολογίας της συνειδήσεως, η οποία καταντά ανίκανος να αποφασίση, ανίκανος να μεταβή από την ευρείαν περιοχήν του λογισμού εις την στενήν και περιωρισμένην οδόν της ενεργείας, διότι χάνεται εις το απεριόριστον της σκέψεως και θέλει να ενεργήση τότε μόνον, όταν η ιδέα της έγινε καθαρά, τουτέστιν όταν πεισθή περί της απολύτου αγνότητος της πράξεως και όλων των αποτελεσμάτων αυτής, ώστε κατ' αυτόν τον τρόπον καταδικάζεται εις απραξίαν.

Dr. H. T. ROETSCHER. Cyclus dramatischer Characterer.

Berlin 1844.

– Η στιγμή να ενεργήση δεν έφθασε ακόμη· αφήσετέ τον να πενθή και να σκέπτεται· αργότερα θα ενεργήση, μη αμφιβάλετε, και όταν η ώρα σημάνη όλοι οι δισταγμοί θα διαλυθούν, το αίμα θα πλημμυρήση όπου αυτός θέση τον πόδα. Εις αυτόν υπάρχουν δύο δυνάμεις εις σύγκρουσιν· από ένα μέρος το πάθος οπού τον σπρώχνει εις την εκδίκησιν, οπού βράζει ως θέρμη εις τας φλέβας του, του αφαιρεί τον ύπνον και τον κάμνει να πλανάται παράφορος ανάμεσα εις τους τάφους· από το άλλο μέρος ο Λογισμός οπού τον ταράττει εις τα βάθη της ψυχής του, οπού τον βασανίζει, ο Λογισμός ως φάντασμα, ο Λογισμός με την χλωμήν θωριά του, οπού παρεμβάλλεται εις την στιγμήν της καταστροφής, οπού του κρατεί το χέρι, και παραλύει την ενέργειαν (νεκρόνει το φυσικό χρώμα της αποφάσεως)_. Έχει να τιμωρήση τον δολοφόνον, δεν θέλει διστάση· η ζωή δι' αυτόν δεν είναι τίποτε· αλλ' αυτός είναι και φιλόσοφος και ζητεί την λύσιν τοιούτων προβλημάτων, την απάντησιν εις τούτα τα αινίγματα· «Διατί τόσα εγκλήματα; διατί υπάρχει το Κακόν; διατί η Ζωή;»

Τούτο είναι το ζήτημα (καθώς ο ίδιος ορθώς λέγει· ιδού το ζήτημα)· το ζήτημα το οποίον εύρηκαν απέναντι των ο Pascal, ο Άγιος Αυγουστίνος, οι μαθηταί του Ιανσενίου και οι του Βούδα. Με έναν συνδυασμόν, ίσως τον υψηλότερον, ή τουλάχιστον τον συνθετώτερον απ' όσους ο ανθρώπινος νους επραγματοποίησεν εις την σκηνήν, τούτος ο σκεπτικός άνθρωπος είναι ένας ήρως· τούτος ο βάρβαρος εσπούδασε εις την Βυττεμβέργην· τούτος ο άνθρωπος οπού δεν σχεδιάζει τίποτε είναι ένας μυστηριακός. Τοιούτος είναι ο διπλός Αμλέτος.

PHILARÈTE CHASLES. Etudes Contemporaines. Paris 1867.

– Ο Αμλέτος καταστρέφεται, διότι η ζοφερά όψις της ανθρωπίνης ζωής παρουσιάζεται έξαφνα έμπροσθέν του, διότι τοιαύτη θέα του αφαιρεί την πίστιν εις την ζωήν και εις το Αγαθόν, και διότι δεν δύναται να ενεργήση· εκείνος μόνος δύναται να ενεργήση, να ενεργήση διά το καλόν των άλλων, ο οποίος είναι εσωτερικώς υγιής· και η ψυχή του Αμλέτου είναι εξαρθρωμένη από την στιγμήν οπού έχασε την πρώτην πίστιν του… ο Αμλέτος ζητεί να εύρη εις τον κόσμον την πραγματοποίησιν του ιδανικού του, να ανταποκριθή ο κόσμος προς την συνείδησίν του, προς την πίστιν, την οποίαν αυτός έχει εις τον άνθρωπον και εις το Αγαθόν· πρέπει να υπάρχη αρμονία μεταξύ πνεύματος και ζωής· και τοιαύτη ανάγκη της φύσεώς του είναι ο κύριος δι' αυτόν όρος υπάρξεως· ο Αμλέτος είναι ο αντιπρόσωπος του ανθρωπίνου πνεύματος, οπού έχει την συναίσθησιν της θείας του ιδιότητος. Με τοιαύτην συναίσθησιν ο Αμλέτος τολμά να θέση τον εαυτόν του υπεράνω του κόσμου και να εφαρμόση εις αυτόν την υποκειμενικήν του στάθμην… Το πρόσωπον του Αμλέτου είναι η ενσάρκωσις του Ιδανικού, εις αντίθεσιν προς τον Κλαύδιον και την Γελτρούδην, οι οποίοι είναι προσωποποίησις της ανθρωπίνης διαφθοράς.

Dr. E. W. SIEVERS. Will. Shakespeare Gotha 1866.

– Θα ερωτήση τις, τι θέλει ο Αμλέτος εις το Κοιμητήριον; και πώς έρχεται αυτού (αγνοεί ότι θα γίνη ο ενταφιασμός της αγαπημένης του) αυτός, ο οποίος φαίνεται ότι αδιαφορεί πλέον εις ό,τι συμβαίνει; Αλλά τοιαύται ερωτήσεις δεν βάλλουν εις απορίαν ούτε τον ποιητήν ούτε τους κριτικούς. Ο Αμλέτος εις ένα μόνον πράγμα ατενίζει, εις την τιμωρίαν του Βασιλέως· αλλά ως έχει πλήρη συναίσθησιν της αδυναμίας του φαίνεται ότι παραδίδει την εκτέλεσιν της εκδικήσεως εις το πεπρωμένον μόνον, ή καλήτερα εις την τύχην αυτός, ο οποίος δεν ήταν ποτέ ζωντανός, τώρα είναι ζωντόνεκρος και κάτι ολιγώτερο, και διά τούτο ευρίσκεται καλήτερα ανάμεσα εις τα μνήματα παρά μεταξύ των ζώντων. Με αληθινήν ευχαρίστησιν σκέπτεται περί θανάτου και αποσυνθέσεως, αλλά και εδώ εις τας σκέψεις του δεν λησμονείται το ιδιαίτερον πρόβλημά του, καθώς φαίνεται όταν υπαινίττεται το σαγονοκόκκαλο του Κάιν, του πρώτου αδελφοκτόνου.

FR. HORN. Shakespeare erlaeutert. Leipsig. 1823.

– Ο Αμλέτος δεν γνωρίζει διατί αναβάλλει· δεν είναι φόβος· ίχνος φόβου δεν αναφαίνεται εις όλην την πορείαν του· αλλ' αυτός κρατεί τον εαυτόν του, διότι έχει μίαν σκοτεινήν, ανεξήγητον, αόριστον πεποίθησιν ότι ευκαιρία κατ' εξοχήν κατάλληλος θα του παρουσιασθή. Ωστόσο η Ειμαρμένη τού ετοιμάζει τον θερισμόν· μία θεότης δίδει την μορφήν εις τους σκοπούς του· η απερισκεψία του τον υπηρετεί όταν τα βαθειά του σχέδια αποτυγχάνουν· η υπερτάτη στιγμή έρχεται χωρίς την συνέργειάν του, και ικανοποιεί τας απαιτήσεις της δικαιοσύνης περισσότερον παρ' ό,τι εδύνατο να επινοήση η σύνεσις και να εκτελέση η δύναμις του ατόμου. Ο Κλαύδιος πιάνεται ενώ κάμνει κακούργημα οπού δεν έχει σωτηρίας ελπίδα, καταλαμβάνεται εις την εκτέλεσιν στυγεράς μηχανορραφίας, και στέλλεται εις την κόλασιν με μεγαλήτερον εγκληματικόν βάρος, και άλλοι, ως αρπάζονται μέσα εις τον στρόβιλον του αρχικού εγκλήματος, συμπαρασύρονται εις την τελικήν καταστροφήν.

W. MINTO. Characteristics of english Pets Edinburgh. 1874.

– «Βλέπω ένα Χερουβίμ κλ. (Πράξις IV. σκ. III)». Εις αυτάς τας λέξεις έχομεν την κλείδα του χαρακτήρος του Αμλέτου. Δεν σπεύδει να ενεργήση, διότι έχει την συναίσθησιν της αξίας του, και είναι βέβαιος περί της εκβάσεως. Δεν μεγαλοφρονεί, δεν περιμένει την έκβασιν από τον εαυτόν του, αλλά θαρρεί εις οδηγίαν ανωτέραν, χωρίς να ηξεύρη ότι την έχει μέσα εις την ψυχήν του θαρρεί εις την δεξιάν του Υψίστου, με την οποίαν θα γίνη ό,τι πρέπει να γίνη.

K. H. HERMES. Ueber Shakespeare's Hamlet.

Stuttgart. 1827.

– Μετά τας αποκαλύψεις του Πνεύματος του πατρός του ο Αμλέτος ζωηρώς αισθάνεται το μερικόν αδίκημα οπού διεπράχθη και αναλαμβάνει ως ιερόν καθήκον να το τιμωρήση. Αλλά αμέσως μεσολαβεί το φιλοσοφικόν στοιχείον μέσα του· εις το φοβερόν κακούργημα, το οποίον εκατορθώθη με τόσην ψυχρότητα και τέχνην, αυτός, επί τέλους, δεν βλέπει παρά ένα δείγμα συστήματος αδικίας οπού κυριεύει όλα τα ορατά πράγματα του κόσμου τούτου. Ο Βασιλεύς και η Βασίλισσα παριστάνονται εις τον νουν του ως μία μεγάλη πονηρά δύναμις ή τυραννία, οπού ενυπάρχει εις το σύστημα· η Αυλή της Δανιμαρκίας, οπού αυτοί εγκλημάτισαν και τώρα είναι ευτυχείς, είναι εικών του όλου κόσμου· η κίνησις, η ευφροσύνη, η φαιδρότης, οπού λησμονείται ο θάνατος του πατρός του, είναι εικών της ταραχής του κόσμου τούτου, η οποία θάπτει τον λογισμόν και σκεπάζει το έγκλημα άμα έγινε· οι Αυλικοί εικονίζουν και αυτοί το αργόν και αδιάφορον ανθρώπινον πλήθος οπού ως θεατής αναισθήτως θεωρεί την αδικίαν. Και ιδού, όλα τα πράγματα μεγαλύνονται μέσα εις τον νουν του, ο νους του δεν σταματά εις ένα μερικόν κακόν· ανέρχεται από το ειδικόν εις το γενικόν και από το συγκεκριμένον εις το αφηρημένον, και βλέπει ένα σύστημα ολόκληρον των ανθρωπίνων πραγμάτων. Αν σκέπτεται περί ενός πράγματος αμέσως σκέπτεται περί όλου του κόσμου. «Η Δανιμαρκία είναι φυλακή», άρα «όλος ο κόσμος είναι φυλακή». Αν «ο κόσμος έγινε τίμιος», τότε «πλησιάζει η ημέρα της Κρίσεως».

Εξαρθρώθη ο καιρός· της μοίρας πείσμα ω πόσο πικρόν, εγώ να γεννηθώ να τον διορθώσω.

Εις όλους τους μονολόγους του σκέπτεται περί γενικών και θεωρεί την σύγχυσιν και την δυστυχίαν ως τι καθολικόν εις την τάξιν των πραγμάτων. Από τοιαύτην τάσιν προς γενικάς σκέψεις κλονίζεται η θέλησίς του ως προς το έργον της εκδικήσεως· διότι επί τέλους (φαίνεται να λέγη) τι καλόν θα προέλθη αφού τελεσθή η εκδίκησις; το προκείμενον αδίκημα δεν είναι παρά ένα μεταξύ χιλίων άλλων· δύνασαι να διορθώσης ένα μερικόν ατόπημα, αλλά το πονηρόν σύστημα προχωρεί, σε διαφεύγει· κάμε ό,τι θέλεις, δεν δύνασαι να το πιάσης, και το κύριον κακόν, πανταχού ευρισκόμενον και αψηλάφητον, σε περιπαίζει ως ο αέρας· το να διορθώσης ένα πράγμα σε υποχρεόνει να πράξης το αυτό και ως προς άλλα, επ' άπειρον, και να αναλάβης έργον ακατόρθωτον. Από τοιαύτην τάσιν του πνεύματος του Αμλέτου προέρχεται η αναβολή της εκδικήσεως και η πλαστή παραφροσύνη την οποίαν ανέλαβε διά να χαίρεται μίαν φανταστικήν από τον κόσμον και από την κοινωνίαν απομόνωσιν, και να ζη μέσα εις τον εαυτόν του· η ατονία της θελήσεώς του δεν πηγάζει από απάθειαν αλλά από υπερβολικήν έκτασιν διανοίας.

Возрастное ограничение:
12+
Дата выхода на Литрес:
13 октября 2017
Объем:
240 стр. 1 иллюстрация
Переводчик:
Правообладатель:
Public Domain

С этой книгой читают