promo_banner

Реклама

Читайте только на ЛитРес

Книгу нельзя скачать файлом, но можно читать в нашем приложении или онлайн на сайте.

Читать книгу: «Ιστορία του Ιωάννου Καποδιστρίου Κυβερνήτου της Ελλάδος»

Шрифт:
ΤΩ ΕΠΑΞΙΩΣ
ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΦΕΡΟΝΤΙ
ΓΕΩΡΓΙΩ Α. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Εξακολουθούντες το ούπερ από διετίας προκατηρξάμεθα έργον της συγγραφής της Εθνικής Ιστορίας μονογραφικώς, σπεύδομεν εις την έκδοσιν της Ιστορίας του πρώτου της νεωτέρας Ελλάδος κυβερνήτου, του αοιδίμου κόμητος Ιωάννου Καποδιστρίου, του ανδρός εκείνου, όστις τας εν Ρωσία τιμάς και μεγαλεία καταλιπών και υπό της χήρας αυτοκρατείρας του αυτοκράτορος πασών των Ρωσιών Αλεξάνδρου (1827) παρακαλούμενος να παραμείνη εν Πετρουπόλει, εν ρωσική υπηρεσία, είπε το λόγιον εκείνο, όπερ εν προμετωπίδι του παρόντος έργου προυτάξαμεν: «Δύναμαι κάλλιστα να προσφέρω εις την Ελλάδα το γηραλέον σαρκίον μου».

Την ιστορίαν του Καποδιστρίου διττώς θεωρούμεν αναγκαίαν· πρώτον μεν, διότι αυτός υπήρξεν ο ανήρ εκείνος, όστις εν τη ελληνική αυτού καταγωγή ετίμησε το Ελληνικόν όνομα, μέγα διαδραματίσας, κατά τας τρεις πρώτας δεκαετηρίδας του προς το τέρμα δολιχοδρομούντος ΙΘ' αιώνος, πρόσωπον, γενόμενος ο διαιτητής της Ευρώπης, ο Βίσμαρκ της εποχής αυτού· δεύτερον δε, διότι αυτόν, πάντων των συγχρόνων Ελλήνων άριστον διπλωμάτην γενόμενον, εξέλεξεν η τρίτη εν Τροιζήνι εθνική συνέλευσις (2 Απριλίου 1827) ως πρώτον της ελευθερουμένης Ελλάδος κυβερνήτην, εις χείρας αυτού εμπιστευθείσα τους οίακας του υπό της αλλοπροσάλλου διπλωματίας κλυδωνιζομένου εθνικού σκάφους. Και όντως, πόσας αναμνήσεις δεν διεγείρει το όνομα του Καποδιστρίου! Το όνομα του Μπάρμπα-γιάννη, ως απεκάλει τον σεπτόν γέροντα Κυβερνήτην ο ελεύθερος Ελληνικός λαός, όστις νυχθημερόν εν τω εν Αιγίνη εισέτι περισωζομένω μεγάρω της Κυβερνήσεως ειργάζετο υπέρ του εθνικού μεγαλείου, υπέρ της ευρύνσεως των στενών μέχρις αποπνιγμού της αναγεννωμένης Ελλάδος ορίων, άπερ η ανθελληνική διπλωματία των περί τον Μέττερνιχ επέβαλεν αυτή.

Πλείσθ' όσα έχουσι γραφή περί του πρώτου της Ελλάδος κυβερνήτου παρά τε ημετέρων και ξένων και ίσως πολλά άλλα θα γραφώσιν εν τω μέλλοντι, διότι η ιστορία εισέτι δεν εφιλοτέχνησε το αληθινόν και αθάνατον του ανδρός εκείνου μνημείον, όστις πρώτος αυτός έθηκε τα θεμέλια της εν Ελλάδι ελευθέρας πολιτείας, αλλά και δεν ενόμισε πρέπον να οινοχοήση άκρατον την ελευθερίαν προς άνδρας χώρας επί μακρόν ταλαιπωρηθείσης, ής το μεν ήμισυ κατείχετο εισέτι υπό των Τούρκων, το δ' έτερον είχε καταστή έρμαιον εσωτερικών πολέμων και ολεθρίων αντεγκλήσεων.

Ο βίος του Ιωάννου Καποδιστρίου δύναται να διαιρεθή εις τρεις ιδίως περιόδους, καθ' άς ανεφάνη, ανεπτύχθη και ωρίμασεν ο έξοχος εκείνος νους της Ελλάδος. Και εν μεν τη πρώτη υπηρετεί το κρατίδιον, εν ώ εγεννήθη, άρτι ανακύψαντι της μακράς βενετικής δουλείας, εν δε τη δευτέρα, εν τοις ευρωπαϊκοίς συνεδρίοις παρακαθήμενος παρά τοις διασημοτέροις των πολιτικών και διπλωματικών ανδρών της εποχής, συσκέπτεται περί των τυχών των λαών, εν δε τη τρίτη δημιουργεί την πολιτικήν Ελλάδα, ής πολλοί μεν παρεσκεύασαν την ελευθερίαν και ανεξαρτησίαν αντί πάσης θυσίας, αλλ' εκείνος εδημιούργησεν, ως επιτήδειος αρχιτέκτων το πολιτικόν οικοδόμημα αυτής.

Τοιούτου γενομένου του κυβερνήτου Καποδιστρίου, και ως βάσιν της εργασίας ημών πάσας τας μέχρι τούδε περί αυτού εκδεδομένας ιστορικάς πραγματείας ημετέρων τε και ξένων λαβόντες, προβαίνομεν επί την έκδοσιν της ιστορίας του κυβερνήτου (1828 – 1831), τα μεν από της γεννήσεως αυτού μέχρι του 1828, εν τη Εισαγωγή συντόμως διεξερχόμενοι, τα δε από του θανάτου αυτού, ήτοι από του 1831 μέχρι της αντιβασιλείας, εν παραρτήματι δια βραχέων διεξιόντες.

Έγραφον εν Αιγίνη κατ' Αύγουστον 1893
ΤΡΥΦΩΝ Ε. ΕΥΑΓΓΕΛΙΔΗΣ.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΙΩΑΝΝΟΥ Α. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΟΥ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

«Είτε υπό τινος πόλεως επιθυμείς τιμάσθαι,

την πόλιν ωφελητέον, είτε υπό της Ελλάδος

πάσης αξιοίς επ' αρετή θαυμάζεσθαι, την

Ελλάδα πειρατέον ευ ποιείν».

[Ξενοφώντος Απομνημονεύματα Β'. 1.]

Πριν ή περί του πρώτου της αναγεννωμένης Ελλάδος άρχοντος τον λόγον ποιησώμεθα, ανάγκη να είπωμεν ολίγα τινά περί του τις ήτο ο Ιωάννης Καποδίστριας, εις όν η εν Τροιζήνι Γ' Εθνική Συνέλευσις ενεπιστεύθη τας τύχας των υπό του μακρού πολέμου καταπεπονημένων Ελλήνων και οποία τις ήτο η κατάστασις της Ελλάδος, κατόπιν του εξαετούς πολέμου, ήν εκλήθη να κυβερνήση, πρώτος αυτός Έλλην κυβερνήτης μετά την άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως και την καταστροφήν του Βυζαντινού Κράτους γενόμενος.

Ο Ιωάννης Α. Καποδίστριας εγεννήθη εν Κερκύρα τη 31η Ιανουαρίου 17761 εν τω παρά την Σπιανάδαν, κατά την παραλίαν, κειμένω οικογενειακώ μεγάρω2. Πατήρ αυτού ην ο Αντώνιος Μαρίας Καποδίστριας, μήτηρ δε η Αδαμαντίνη Χριστοδούλου Γονέμη. Η οικογένεια Καποδιστρίου είναι αρχαιοτάτη, αναγομένη μέχρις αυτού του ΙΓ' αιώνος μ. Χ. Πρόγονός τις αυτής ανδραγαθήσας κατά το 1250 παρά τω αυτοκράτορι της Γερμανίας Φρειδερίκω τω Β' έλαβε τον τίτλον και την κομητείαν της Ιουστινουπόλεως, της είτα υπό των Βενετών ως πρωτευούσης καταστάσης της υπ' αυτών καταληφθείσης Ιστρίας3 «Καποδίστριας» κληθείσης (Capo d' Istria = πρωτεύουσα της Ιστρίας). Δύο δε αδελφοί – πιθανόν οι τούτου υιοί – Βίκτωρ και Νικόλαος Βιττόρη (Καποδίστριαι) αφίκοντο τω 1329 ή 1373, κατ' άλλους, εις Κέρκυραν καταδιωκόμενοι παρά του υπερισχύσαντος εν τη πόλει Καποδίστρια κόμματος του Πατριάρχου της Ακυληίας, ούτινος επί κεφαλής ίστατο η κραταιά οικογένεια Γουέρκη, ήτις, τη αρωγή του πατριάρχου, επεδίωκε την κυριαρχίαν της πόλεως Καποδίστριας4. Εν Κερκύρα αποκαταστάντων των δύο τούτων αδελφών, ο Βίκτωρ ενυμφεύθη την μονογενή θυγατέρα του πλουσίου και ευγενούς Κερκυραίου κόμητος Κονδόκαλη· εκ του γάμου δε τούτου έλκει το γένος η οικογένεια Βιττόρη η είτα Καποδιστρίου επικληθείσα5. Το γένος τούτο τω 1477 προσεγράφη μεταξύ των ευγενών οικογενειών της Κερκύρας και εν έτει 1689 έλαβε τον τίτλον των ευπατριδών: Κόμητος6 παρά του Καρόλου Εμμανουήλ, Δουκός της Σαβοΐας και επιτίμου βασιλέως της Κύπρου. Ουτωσί τιμηθείσης της οικογενείας ταύτης7, ο Νικόλαος Καποδίστριας μετέβη εις Κωνσταντινούπολιν προς εξαγοράν Ελλήνων αιχμαλώτων, τω δε 1690 ο Γεώργιος, Αλοΐσιος και Σταύρος Καποδίστριαι ηγούμενοι Χειμαρριωτών, ιδία δαπάνη στρατολογηθέντων, αντεπεξήλθον γενναίως κατά των Τούρκων. Βραδύτερον δε (1716) ο Φραγκίσκος και ο Βίκτωρ Καποδίστριαι διεκρίθησαν εν τη πολιορκία της Κερκύρας και τέλος ο Αντώνιος Μαρίας Καποδίστριας πατήρ του Ιωάννου Καποδιστρίου, του δοξάσαντος το γένος αυτών, διάσημος νομολόγος γενόμενος, κατέλαβεν ύψιστα αξιώματα εν Κερκύρα γενόμενος μάλιστα πρεσβευτής της Γερουσίας, σταλείς μετά του Νικολάου Γρεναδίνου Σιγούρου εις Κωνσταντινούπολιν προς επικύρωσιν του νέου Ιονίου συντάγματος υπό της Υψηλής Πύλης. Η πρεσβεία ανεχώρησε λαβούσα ως γραμματέα αυτής τον νεώτατον των υιών του Καποδιστρίου Αυγουστίνον.

Είναι δε περίεργος η υποδοχή, ής ηξιώθησαν οι δύο εκείνοι Έλληνες έκτακτοι απεσταλμένοι της Ιονικής Γερουσίας, κατά την εις Βυζάντιον άφιξιν αυτών προς επικύρωσιν του συμφώνως τη υπό του Σουλτάνου Σελίμ του Γ', του Τσάρου Παύλου και του βασιλέως της Αγγλίας, 21 Μαρτίου 1800, υπογραφείση συμβάσει γενομένου Συντάγματος. Της επικυρώσεως του Βυζαντιανού συντάγματος επικληθέντος γενομένης εν τη Υψηλή Πύλη, ο Σουλτάνος ανέθηκεν αυτοίς, όπως εγχειρίσωσι το Σύνταγμα εκείνο προς τον πρόεδρον της Ιονικής γερουσίας ήδη διά του τίτλου Ηγεμόνος τιμηθέντος και προσπαθήσωσι να εφαρμοσθή οριστικώς. Λίαν δε συγκινητική υπήρξεν η σκηνή, καθ' ήν ο Αυγουστίνος Καποδίστριας εν θριάμβω έφερε την Ιονικήν σημαίαν, σημαίαν ελευθέρου ελληνικού κρατιδίου, μετά τετρακοσιετή τουρκικήν δουλείαν, από της Υψηλής Πύλης μέχρι του εν Φαναρίω Πατριαρχικού ναού, παρακολουθούμενος υπό των απεσταλμένων και πολλού χριστιανικού πλήθους. Ο Πατριάρχης Νεόφυτος ο Ζ', το δεύτερον τότε πατριαρχεύων, ψαλείσης δοξολογίας, ηυλόγησε την σημαίαν, ήν αύθις αναλαβών ο Αυγουστίνος εν πομπή έφερεν εις το εφ' ού επέβαινον οι απεσταλμένοι πλοίον, όπερ ο ναύαρχος του τουρκικού στόλου εχαιρέτησε δι' είκοσι και ενός κανονοβολισμών8.

Κατά την εκ Κωνσταντινουπόλεως της εκτάκτου πρεσβείας εις Κέρκυραν επιστροφήν, ο πατήρ του Ιωάννου Καποδιστρίου, διωρίσθη παρά της Υψηλής Πύλης τη 25 Οκτωβρίου 1800 (19 Τζεμάζιουλ Αχήρ 1215) Αυτοκρατορικός επίτροπος μετά του Νικολάου Σιγούρου κόμητος Δεσύλλα προς διοργάνωσιν των Επτά νήσων συμφώνως προς το επιβληθέν Βυζαντιανόν Σύνταγμα. Αλλά περί τούτων μεν άλις· επανέλθωμεν δε εις τον ημέτερον ήρωα.

Ο Ιωάννης Α. Καποδίστριας αυξηθείς την ηλικίαν εσπούδασε το μεν πρώτον εν τοις σχολείοις της Κερκύρας, τοσαύτην δ' επεδείξατο μάθησιν και ευφυίαν, ώστε προσείλκυσε την προσοχήν Κερκυραίου τινός, όστις λέγεται, ειπών: «Κρίμα ότι είναι Έλλην !» Βραδύτερον δε δεκαεπταέτης γενόμενος (1794) απελθών εις Ιταλίαν ενεγράφη εν τοις μητρώοις του Πανεπιστημίου Παταβίου, εν ώ εσπούδασε την ιατρικήν. Περί δε το τέλος του 1797 αποπερατώσας τας σπουδάς αυτού επέστρεψεν εις Κέρκυραν, περιηγηθείς πρότερον διαφόρους πόλεις της Ιταλίας και επισκεψάμενος τα επισημότερα αυτής Νοσοκομεία. Εν Κερκύρα αποκαταστάς μετήρχετο το επάγγελμα αυτού υπέρ των ενδεών τους εαυτού πόρους διατιθέμενος. Αλλ' ότε επέστρεψεν εις Κέρκυραν ο Ιωάννης, δεν εύρε πλέον την πατρίδα εν ομαλαίς περιστάσεσι. Κατά το έτος 1797 η Κέρκυρα ευρίσκετο εν δειναίς μεταπολιτευτικαίς περιπλοκαίς, διότι οι Δημοκρατικοί Γάλλοι του Ναπολέοντος πολεμούντες την Ενετικήν Αριστοκρατίαν, έθηκαν τέρμα εις την ύπαρξιν αυτής, και, κυριεύσαντες την Ενετίαν και τας κτήσεις αυτής, ήλθον και εις τας Ιονίους νήσους και εις Κέρκυραν, αίτιοι πολλών κακών γενόμενοι, ζητούντες διά πυρός και σιδήρου να υποτάξωσι και αναγκάσωσι πάντας, μάλιστα δε τους αριστοκρατικούς, οίτινες επί Ενετοκρατίας είχον προνόμιά τινα, να ασπασθώσι τας δημοκρατικάς αυτών αρχάς. (Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο, 17 Οκτωβρίου 1797). Ανηρπάγησαν περιουσίαι, εφυλακίσθησαν αδίκως έντιμοι πολίται, απεγυμνώθησαν ναοί και μοναστήρια, εφονεύθησαν αθώοι πολίται. Μεταξύ των φυλακισθέντων, ήτο και ο πατήρ του Ιωάννου Καποδιστρίου κατηγορούμενος ότι μετ' άλλων αντέπραττε κρυφίως κατά των Γάλλων. Μετά παρέλευσιν δύο ετών (1799) συμμαχήσασαι η Ρωσία και η Τουρκία επολέμησαν από κοινού κατά των Γάλλων, ούς εκδιώξασαι των Ιονίων νήσων, έλαβον αυτάς υπό την κατοχήν και την προστασίαν αυτών. Η Κέρκυρα όμως των εν αυτή Γάλλων μη υποχωρούντων, αλλ' επί τέσσαρας σχεδόν μήνας εναντιουμένων, πολιορκηθείσα τέλος ηναγκάσθη ένεκεν ελλείψεως τροφών, να παραδοθή τοις συμμάχοις. Αρχηγοί των στρατιών των δύο συμμάχων δυνάμεων ήσαν ο ρώσος ναύαρχος Ουζακώφ και ο τούρκος ναύαρχος Κατήρ Μπέης. Αλλ' εκάτερος αξιών να εξουσιάζη της Κερκύρας, υπέθαλπε μεταξύ των Κερκυραίων την διχόνοιαν, επί ιδία εθνική ωφελεία.

Εν τούτοις, ότε ο ναύαρχος Ουζακώφ, αρχηγός των συνηνωμένων δυνάμεων Τουρκίας και Ρωσίας, μετά την άλωσιν της Κερκύρας, ενησχολήθη εις την διοργάνωσιν του τόπου, ο Ιωάννης Α. Καποδίστριας ήρξατο γινόμενος γνωστότερος. Ο ναύαρχος μάλιστα Κατήρ Βέης διώρισεν αυτόν αρχίατρον του Στρατιωτικού Τουρκικού Νοσοκομείου, και ως τοιούτος ανεγνωρίσθη και παρά της προσωρινής Γερουσίας διά θεσπίσματος αυτής (5 Σεπτεμβρίου 1799).

Αι παρά των πρακτόρων του Γαλλικού Διευθυντηρίου συστάσαι νομαρχιακαί και δημοτικαί διαχειρίσεις κατηργήθησαν, η δε κυβέρνησις των Ιονίων νήσων ανετέθη εις το συμβούλιον των Ευγενών, ανορθωθέν μεν, ως υπήρχεν επί Ενετών, αλλ' έχον πολύ ευρυτέραν δικαιοδοσίαν, διότι η εν τω συμβουλίω τούτω είσοδος εγένετο μάλλον προσιτή διά μέτρων τεινόντων να καταστήσωσιν ευκολωτέραν την εις το σώμα των ευγενών κατάταξιν πάντων των απολαυόντων υπολήψεως ένεκα της ικανότητος ή του πλούτου αυτών.

Αλλά το πολίτευμα τούτο ήτο προσωρινόν· αι κυβερνήσεις της Ρωσίας και της Πύλης επεφυλάχθησαν το δικαίωμα να ρυθμίσωσιν οριστικώς, εκ συμφώνου, την τύχην των Ιονίων. Εγένετο δε τούτο, ως είπομεν, διά συμβάσεως υπογραφείσης εν Κωνσταντινουπόλει (21 Μαρτίου 1800). Διά της συμβάσεως ταύτης, αι νήσοι Κερκύρας, Κεφαλληνίας, Ζακύνθου, Λευκάδος, Ιθάκης, Παξών, Κυθήρων, ως και άπασαι αι νήσοι, μικραί και μεγάλαι, κατωκημέναι και ακατοίκητοι, κείμεναι απέναντι των παραλίων της Πελοποννήσου και της Αλβανίας, απετέλεσαν, υπό το όνομα «Δημοκρατία των ηνωμένων επτά νήσων», πολιτείαν κατά πάντα ομοίαν προς την της Ραγούζης, τουτέστιν υποκειμένην τίτλω υποτελείας εις την Υψηλήν Πύλην, αλλά κυβερνωμένην ελευθέρως υπό των προκρίτων της χώρας. Ούτω δε πρώτην ταύτην φοράν η Επτάνησος υπεβλήθη υπό την επικυριαρχίαν της Τουρκίας.

Εν τούτοις, η από 21 Μαρτίου 1800 σύμβασις εδημοσιεύθη και αι διάφοροι νήσοι εξελέξαντο τους αντιπροσώπους αυτών, επιτετραμμένους να υποβάλωσιν εις την επιδοκιμασίαν των αυλών Πετρουπόλεως και Κωνσταντινουπόλεως το προ έτους υπό του Ουζακώφ δημοσιευθέν σύνταγμα. Αλλ' οι αντιπρόσωποι παραβιάζοντες την εντολήν αυτών συνήλθον ίνα συντάξωσιν άλλο σχέδιον συντάγματος πολλώ ήττον φιλελεύθερον του εν ισχύι προσωρινού· διότι πάσα εξουσία δι' αυτού ανετίθετο εις την αρχαίαν αριστοκρατίαν και ουδείς πλέον ηδύνατο να εισχωρήση εις τας τάξεις αυτής, καθότι αι προς τον σκοπόν τούτον παραχωρηθείσαι ευκολίαι ανεκλήθησαν. Το σύνταγμα τούτο παρουσιάσθη εις Κωνσταντινούπολιν ως η ομόθυμος έκφρασις της ευχής των Ιονίων νήσων, επικυρωθέν δε υπό του υπουργού των εξωτερικών (Ρεΐζ – Εφένδη), εκηρύχθη σύνταγμα της πολιτείας και αμέσως εφηρμόσθη (Βυζαντιανόν σύνταγμα). Διοργανωθείσης της τοπικής της Κερκύρας κυβερνήσεως υπό των αυτοκρατορικών επιτρόπων Καποδιστρίου και Νικολάου Γρεναδίνου Σιγούρου, ο έτερος των αυτοκρατορικών επιτρόπων Αντώνιος Μαρίας Καποδίστριας δικαιούμενος να διορίση αντικαταστάτην προς διοργάνωσιν και των άλλων νήσων, διώρισε τον υιόν αυτού Ιωάννην, όστις μετά την αποπεράτωσιν του έργου επανέκαμψεν εις Κέρκυραν, ένθα εξήσκει το ιατρικόν επάγγελμα. Αύτη είναι η πρώτη, μετά τον διορισμόν αυτού ως αρχιάτρου του στρατιωτικού τουρκικού νοσοκομείου, δημοσία υπηρεσία του ημετέρου Ιωάννου Καποδιστρίου, εν ή έδειξεν ου μόνον ζήλον αλλά και διορατικότητα μεγίστην, τιμήσασαν αυτόν9.

Το δημοτικόν όμως κόμμα ηρνήθη να αποδεχθή το σύνταγμα τούτο, όπερ παρέδιδε τας Ιονίους νήσους εις την δεσποτείαν ολιγαρχίας παραπλησίας της Ενετικής αριστοκρατίας. Μεταξύ των δύο κομμάτων εξερράγη εμφύλιος πόλεμος· η Λευκάς, η Ιθάκη και η Κεφαλληνία συνέταξαν ίδια πολιτεύματα. Η Ζάκυνθος προέβη περαιτέρω· απωθήσασα τα στρατεύματα, άπερ κατ' αυτής απέστειλεν η, δυνάμει του βυζαντιανού συντάγματος, ιδρυθείσα κυβέρνησις, απεχωρίσθη της Ιονίου Ομοσπονδίας, αποβαλούσα δε την Ρωσικήν προστασίαν, εζήτησεν εν ετέρα δυνάμει την ελευθερίαν, ής εισέτι δεν είχεν απολαύσει, και τη 7η Φεβρουαρίου 1801, οι Ζακύνθιοι ανεπέτασαν την βρεττανικήν σημαίαν.

Επί τοσούτον δε προέβη η αναρχία, ώστε η Γερουσία ηναγκάσθη να συγκαλέση εθνικήν συνέλευσιν. Αύτη συνήλθε κατά Νοέμβριον 1801 και παρεδέξατο σύνταγμα συνάδον προς το δημοκρατικόν πνεύμα. Η μεταξύ αριστοκρατών και δημοκρατών πάλη υπήρξε διαρκής, των μεν υποστηριζόντων το βυζαντιανόν σύνταγμα, των δε το της Αξιοτίμου (Onoranda), δι' ής επικλήσεως διεκρίνετο η συνέλευσις του 1801.

Τα πολιτικά πραξικοπήματα και αι μεταβολαί διεδέχοντο αλλήλας. Τέλος κατά Σεπτέμβριον 1802, οι Ρώσοι γενόμενοι αποκλειστικοί προστάται της Δημοκρατίας απεφάσισαν να δώσωσι πέρας εις την κατάστασιν ταύτην, ήν οι πάντες απέστεργον. Προς τούτο δε εδόθη ήδε η ευκαιρία. Η Γερουσία της Δημοκρατίας ωφεληθείσα της ευκαιρίας της εις τον θρόνον αναβάσεως του Αυτοκράτορος πασών των Ρωσιών Αλεξάνδρου Α', απέστειλεν εις Πετρούπολιν έκτακτον απεσταλμένον, όστις έμελλε πρώτον μεν να προσφέρη τα συγχαρητήρια της Δημοκρατίας, έπειτα δε να ζητήση την επάνοδον του ρωσικού στρατού, όστις είχεν αναχωρήσει, συντηρουμένου αναλώμασι της Δημοκρατίας. Απεσταλμένος τοιούτος εστάλη ο Ζακύνθιος κόμης Γεώργιος Μοτσενίγος, γνωστός τοις Ρώσοις και υιός του άλλοτε πρέσβεως της Ρωσίας εν Φλωρεντία και εν ενεργεία σύμβουλος της Επικρατείας (22 Μαΐου 1801). Ο απεσταλμένος αφίκετο εις Μόσχαν, ένθα έμενεν ο αυτοκράτωρ, προς όν παρουσιασθείς ωνομάσθη πληρεξούσιος υπουργός της Ρωσίας· παρά τη εν Επτανήσω Πολιτεία και Αρχηγός του αποσταλησομένου επικουρικού στρατού. Ο στρατός ούτος έμελλε να μεταβεί εις Κέρκυραν εκ Νεαπόλεως δι' εξόδων της «Αυτού Σικελιανής Μεγαλειότητος», επειδή όμως αύτη τότε δεν ευρίσκετο εν ευαρέστω οικονομική θέσει, ως εκ τούτου, η άφιξις του στρατού και του Μοτσενίγου παρετάθη μέχρι τέλους Αυγούστου του 1802.

Μόλις αφίκετο εις Κέρκυραν ο επικουρικός στρατός, και η Γερουσία διελύθη και η εξουσία αυτής έμεινε τω ηγεμόνι Σπυρίδωνι Γεωργίω Θεοτόκη, όστις την 1ην Σεπτεμβρίου (1802) διά θεσπίσματος διώρισε τους επτά αντιπροσώπους αυτού εν ταις επτά νήσοις. Επειδή δε η Κεφαλληνία ην εν εξαιρετική θέσει, και μέχρι της εκείσε μεταβάσεως του διορισθέντος αντιπροσώπου, απέστειλε προσωρινόν αντιπρόσωπον τον Ιωάννην Καποδίστριαν, εις όν και ο Μοτσενίγος ως αρχηγός του ρωσικού στρατού ενεπιστεύθη την αρχηγίαν της σταλείσης φρουράς υπό την διοίκησιν του συνταγματάρχου Σωροκίν. Ο Καποδίστριας διέμεινεν εν Κεφαλληνία μέχρι μέσων Οκτωβρίου, και μεταβάς εις Ιθάκην αφίκετο εις Κέρκυραν περί τα τέλη του αυτού μηνός, όπου διέτριβεν ιδιωτεύων μέχρι τέλους Φεβρουαρίου 1803, ότε συνέστη προσωρινή τις Γερουσία, ήτις διώρισεν αυτόν Γραμματέα της Επικρατείας, μόλις το εικοστόν έβδομον έτος της ηλικίας άγοντα.

Εν τω μεταξύ όμως ο φιλοτιμότατος εκείνος νέος δεν κατέτριβε τον πολύτιμον χρόνον αυτού εφ' ά μη έδει, αλλ' ησχολείτο περί πολλών τε άλλων και περί της ελληνοπρεπούς διαπαιδαγωγήσεως των Ελλήνων, οίτινες ως εκ της μακραιώνου ξενοκρατίας απέστησαν, κατά πολλά, των πατρίων. Οπαδός δ' ων της σοφωτάτης θεωρίας ότι «έπρεπε πρώτον να μορφωθώσιν Έλληνες και είτα να ιδρυθή Ελλάς», κατά Μάιον του 1802 συνενωθείς μετά 10 ή 12 συνομηλίκων φίλων, οι οποίοι βραδύτερον διεκρίθησαν διά την παιδείαν αυτών, παρεκίνησε τούτους να συστήσωσι, και συνέστησαν, ιδιωτικόν φιλολογικόν σύλλογον υπό τον τίτλον «Εταιρίας των φίλων», εν τω καταστήματι του οποίου συνερχόμενοι εμελέτων και διεσκέπτοντο περί πολλών και ωφελίμων τη πατρίδι πραγμάτων, μάλιστα δε περί του τρόπου της επιδόσεως και προαγωγής των ελληνικών γραμμάτων. Εκ του συνεταιρισμού τούτου προήλθεν ο μετ' ολίγον συστάς και περιώνυμος καταστάς Εθνικός Ιατρικός Σύλλογος, ούτινος η σύστασις αποδίδοται τω Καποδίστρια εκλεγέντι αμέσως και Γραμματεί του Συλλόγου. Ενώπιον του Συλλόγου τούτου ανέγνω διάφορα επιστημονικά μελετήματα, άτινα είχε γράψει ιταλιστί. Σπουδαιότερα δε πάντων τούτων εκρίθησαν υπό των αρμοδίων το «Περί της αρχής των ατομικών διαφορών τον οργανισμού» αναγνωσθέν κατά Μάιον του 1803, και το «Επί τη περιπτώσει του τοκετού Ισραηλίτιδος γεννησάσης ομού 5 επταμηνιαία τέκνα,» όπερ ανεγνώσθη κατά το 1806.

Η τοιαύτη του νέου Κερκυραίου δραστηριότης και το άγαν φίλεργον, έδωκαν αυτώ, ως είπομεν, την θέσιν του γραμματέως της Επικρατείας, θέσιν ήτις εθεωρείτο μέγιστον απόκτημα εν ιονίω Πολιτεία.

Πρώτον του Καποδιστρίου μέλημα εν τω νέω υπουργήματι υπήρξεν η διευθέτησις της Γραμματείας της Επικρατείας, συμφώνως προς τον πρό του διορισμού αυτού ψηφισθέντα «Οργανισμόν της Γραμματείας της Επικρατείας.» Την δε πρώτην Ιουνίου, επειδή η Γερουσία διά θεσπίσματος αυτής διώρισεν Επιτροπήν, ίνα ακολουθήση τω πληρεξουσίω της Ρωσίας Μοτσενίγω επισκεπτομένω τας νήσους, ής μέλη διωρίσθησαν ο εκ Ζακύνθου Γερουσιαστής Σπυρίδων Ναράντσης, ο Σπυρίδων Βατάλιας ευπαίδευτος πολίτης Κερκυραίος και ο Ύπαρχος εκάστης νήσου, εν ή διέτριβεν ο πληρεξούσιος, ο Καποδίστριας ως Γραμματεύς της Επικρατείας ηκολούθησεν αυτή, ίνα εκτελή παρ' αυτή τα καθήκοντα Γραμματέως της Επικρατείας ως και παρά τη Γερουσία.

Πάνθ' όσα ενήργησαν εν ταις νήσοις η Επιτροπή, ο Καποδίστριας και ο Μοτσενίγος καθυπέβαλον αυτά τη Γερουσία δι' εκτεταμένων εκθέσεων.

Ο δε Καποδίστριας επανελθών εις Κέρκυραν μετά του πληρεξουσίου και της Γερουσιαστικής Επιτροπής εξηκολούθει εκτελών τα καθήκοντα του Γραμματέως της Επικρατείας, ότε τη 12 Νοεμβρίου 1803 ετελεύτησεν ο ηγεμών και η Γερουσία ενετείλατο αύτω να εκφωνήση τον επικήδειον λόγον, ούτινος η αξία και η εντύπωσις, ήν ενεποίησεν εις το κοινόν, υπήρξε μεγίστη διά τε την ευγλωττίαν και την άλλην οικονομίαν10.

Ο Καποδίστριας έμεινε Γραμματεύς της Επικρατείας μέχρι της 15 Μαΐου 1806, ότε διεδέξατο αυτόν ο Σπυρίδων Βατάλιας· διότι η Γερουσία διά θεσπίσματος αυτής (7 Απριλίου 1806) διώρισε τον Καποδίστριαν επιτετραμμένον παρά τη Αυλή της Πετρουπόλεως, αντί του τότε παραιτηθέντος Δημητρίου Ναράντση Ζακυνθίου, αλλά την 18 Ιουνίου, διά διακοινώσεως του πληρεξουσίου της Ρωσίας, προς την Γερουσίαν, εγνωστοποίει αυτή, ότι: «η Αυλή της Πετρουπόλεως εδέχετο μεν ευχαρίστως τον διορισμόν του Καποδιστρίου ως διαδόχου του Ναράντση, αλλ' ότι η θέσις αύτη είναι ασυμβίβαστος μετά της του επιτίμου Συμβούλου, ήν ο Αυτοκράτωρ είχεν απονείμει πρότερον προς τον Καποδίστριαν.»

Συνεπεία της διακοινώσεως ταύτης η Γερουσία απήλλαξε τον Καποδίστριαν της θέσεως ταύτης διά του από 30 Ιουνίου του αυτού έτους θεσπίσματος αυτής, ότε διωρίσθη «Επιθεωρητής των προσωρινών σχολείων της Τενέδου»11, θέσιν, ήν διετήρησε μέχρι της 15ης Μαρτίου 1807, ότε η Γερουσία διά θεσπίσματος επέτρεψεν αύτω ιδιωτεύοντι ν' απάρη της νήσου προς διάσωσιν της Λευκάδος απειλουμένης υπό του Αλή-Πασά, και διώρισε προσωρινόν επιθεωρητήν, διαρκούσης «της βραχείας απουσίας αυτού », τον Εμμανουήλ Θεοτόκην.

Ανεχώρησεν ο Καποδίστριας μετά πολλών Κερκυραίων περί τα μέσα Μαρτίου12 διευθυνόμενος εις Λευκάδα και αναλαβών τα της Γερουσίας και του πληρεξουσίου Μοτσενίγου εμπιστευθέντα αύτω υψηλά καθήκοντα, εξετέλεσε ταύτα μετά μεγίστου εθνικού αισθήματος, πατριωτισμού και αυταπαρνήσεως, νυχθημερόν εργαζόμενος μετά των περί αυτόν εν τω Ιονικώ στρατοπέδω, όπερ συνεκροτείτο εξ Ελλήνων αρματωλών και κλεφτών13 εκ τε της Ακαρνανίας, του ηρωικού Σουλίου και της Πελοποννήσου υπέρ του Ιερού αγώνος κατά του Αλή Πασά, υπό των Γάλλων βοηθουμένου, προσδραμόντων. Μεταξύ των ανδρείων εκείνων μαχητών υπήρξαν και οι μετέπειτα εν τω κατά των Τούρκων μεγάλω εθνικώ αγώνι διαπρέψαντες στρατηλάται: ο Οδυσσεύς, ο Βότσαρης, ο Τσόγκας, ο Μακρής, ο Τσαβέλλας, ο Νικήτας, ο Κολοκοτρώνης, οίτινες εθαύμασαν την ανδρείαν και τον άκρον του Καποδιστρίου υπέρ της ελευθερίας ενθουσιασμόν και έκτοτε ήρξαντο να ανορώσιν εν αυτώ τον μέλλοντα συναγωνιστήν εν τη μελλούση απελευθερώσει της πατρίδος. Δυστυχώς όμως τας αμοιβαίας ταύτας συμπαθείας των εν Λευκάδι συναγωνιστών διέκοψεν ο μεταξύ Ρωσίας και Γαλλίας πόλεμος, όστις κατέληξεν εις την εν Τίλσιττ συνθήκην14 (25/7 Ιουλίου 1807).

Διά της Συνθήκης ταύτης η Ρωσία παρεχώρει την προστασίαν της Επτανήσου προς τον Αυτοκράτορα Ναπολέοντα, όστις απέστειλεν εις Κέρκυραν τον αυτού υπασπιστήν αντισυνταγματάρχην Τερριέ (28 Ιουλίου), ίν' αναγγείλη τη Γερουσία την πολιτικήν ταύτην μεταβολήν της Επτανήσου, τη 29 δε Ιουλίου ο Πληρεξούσιος Μοτσενίγος ανήγγειλεν επισήμως τη Γερουσία ότι: «διά της αυτής Συνθήκης η Πολιτεία της Επτανήσου τίθεται υπό την προστασίαν της Α. Μ. του Αυτοκράτορος Ναπολέοντος και ότι γαλλικός στρατός φρουρήσει τας νήσους».

Συνεπεία των συμβάντων τούτων, η Γερουσία εξέδοτο (31 Ιουλίου) θέσπισμα, δι' ού διέταττε τον Καποδίστριαν να διαλύση την πολιτοφυλακήν, ν' αποπέμψη τα ναυλωθέντα πλοία, και να καταλίπη την Λευκάδα.

Ο Καποδίστριας επανελθών τη 31 Αυγούστου εκ Λευκάδος παρέμενεν έκτοτε εν Κερκύρα ιδιωτεύων και συχνάζων εις την κατ' εκείνην την εποχήν αυτόθι ιδρυθείσαν, ταις ενεργείαις αυτού και βραδύτερον (1824) διοργανισθείσαν υπό του λόρδου Γκίλφορδ «Ιόνιον Ακαδημίαν», ής μέλη ετύγχανον αυτός τε και οι αδελφοί αυτού Βιάρος και Γεώργιος15, περί τα τέλη δε του έτους 1808 ανεχώρησεν εις Ρωσίαν, μη στέρξας την υπό του Μεγάλου Ναπολέοντος διά του αντιστρατήγου Καίσαρος Βερτιέ και του Δονζελό προσενεχθείσαν αυτώ υπηρεσίαν εν τη οικεία πατρίδι «ως ακροατού εν τω της Επικρατείας Συμβουλίω». Και δεν είχεν άδικον ο Καποδίστριας μη αποδεξάμενος την νέαν υπό την γαλλικήν προστασίαν θέσιν, εν ή οι Γάλλοι υπέσχοντο αυτώ λαμπρόν στάδιον διότι διά ταύτης αι υπό των Γάλλων εν έτει 1797 εις δημοκρατίαν ανυψωθείσαι Ιόνιοι νήσοι ήδη διά των γαλλικών και αύθις όπλων απώλεσαν την εθνικήν αυτών κυβέρνησιν και υπήχθησαν υπό την γαλλικήν σημαίαν.

Τοιαύτα είναι της αλλοπροσάλλου διπλωματίας τα τεχνάσματα και ούτως αι τύχαι των λαών κανονίζονται υπό των ισχυρών της γης!

Όπως ποτ' αν η, ο Καποδίστριας μη ανεχόμενος την συντελεσθείσαν εν τη πατρίδι πολιτικήν μεταβολήν, προς δε και διακαιόμενος υπό της θρησκευτικής και πολιτικής της εποχής κείνης ιδέας, ότι η δεδουλωμένη Ελλάς έμελλε να σωθή διά των ρωσικών όπλων, απεφάσισε να αναχωρήση εις Ρωσίαν, οπόθεν, ενόμιζεν, ηδύνατο να υπηρετήση κάλλιον τη πατρίδι. Ούτω δε, ως έφθημεν ειπόντες, περί τα τέλη του 1808, ότε ανεχώρησαν παντάπασι και τα ρωσικά πλοία, ήτοι έν έτος μετά την των Ιονίων νήσων τοις Γάλλοις υπαγωγήν, καθ' ό ο Καποδίστριας ιδιωτεύων επεδόθη όλως εις την μελέτην και την σπουδήν, ανεχώρησεν εκ Κερκύρας και κατ' Ιανουάριον έφθασεν εις την ωραίαν πρωτεύουσαν πασών των Ρωσιών, εις Πετρούπολιν.

Εκεί προσελήφθη αμέσως ως σύμβουλος της αυλής, εν τω τμήματι του Υπουργείου των Εξωτερικών· υπό τας διαταγάς του κατά το έτος εκείνο αρχιγραμματέως της αυτοκρατορίας Ρωμαντσώφ. Ενταύθα διαμείνας επί διετίαν, έσχε την ευκαιρίαν να μελετήση καλώς τον χαρακτήρα του ρωσικού λαού καθ' όλας αυτού τας διαστάσεις και να βολιδοσκοπήση τα πνεύματα των εν τοις πράγμασιν, οίτινες εβάδιζον επί τοις ίχνεσι των σχεδίων του Μεγάλου Πέτρου. Εις τούτο δε μεγάλως υπεβοήθησαν αυτώ η ευφυία και η λαμπρά συμπεριφορά του νέου διπλωμάτου, όστις εντός μικρού είχε κατακτήσει τας καρδίας πάντων των αυλικών. Ακριβώς δε κατά το έτος εκείνο (1809), κατά παράδοξον σύμπτωσιν, είχεν εισέλθει εις ρωσικήν υπηρεσίαν καταταχθείς εν τω στρατώ ως ανθυπολοχαγός και ο Αλέξανδρος Υψηλάντης δεκαεξαέτης μόλις, μεθ' ού βραδύτερον τοσούτον συνειργάσθη υπέρ της εθνικής παλιγγενεσίας. Μεγάλως δε ωφέλησε τω Καποδιστρία και η φιλία του Αλεξάνδρου Στούρτσα συναδέλφου αυτού εν τω Υπουργείω των Εξωτερικών, μεγάλην δε έχοντος επιρροήν εν τω πόλει του Πέτρου, χάρις εις την αδελφήν αυτού Ρωξάνην δεσποινίδα της τιμής εν τη αυτοκρατορική αυλή. Διά του Στούρτσα επεξέτεινε τον κύκλον των εν Ρωσία φίλων, ιδίως δ' ηδυνήθη να συστηθή προς τον μέγα τότε ισχύοντα ναύαρχον και Υπουργόν των Ναυτικών Τσιτσακώφ, όστις μεγάλως ευηργέτησε τον Καποδίστριαν, ως θέλομεν ιδεί. Ενταύθα επίσης εγνώρισε και τον είτα γραμματέα αυτού ιδιαίτερον γενόμενον και μέγαν του έθνους ευεργέτην Ιωάννην Δομπόλην ή Τομπόλην, άνδρα ηπειρώτην εκ των άγαν φιλοπατρίδων, μεθ' ού συναπεφάσισε την διάδοσιν της δημοσίας παιδεύσεως εν Ελλάδι, ως λέγει αυτός ούτος ο Δομπόλης εν τη διαθήκη αυτού γραφείση τη (4 Φεβρουαρίου 184916:

«Ότε τω 1809 εγνώρισα τον μακαρίτην κόμητα Ιωάννην Καποδίστριαν, υπεσχέθημεν αλλήλοις να μεταχειρισθώμεν παν μέσον προς διάδοσιν της δημοσίας παιδεύσεως εν Ελλάδι. Έκτοτε ο σταθερός σκοπός της ζωής μου υπήρξε να κατορθώσω να εκπληρώσω πρεπόντως την δοθείσαν υπόσχεσιν. Προς τούτο προσεπάθησα ν' αυξήσω τα κεφάλαιά μου ουχί διά κερδοσκοπίας, αλλά διά των κόπων μου και μάλιστα διά μεγάλης οικονομίας. Το συναχθέν μοι κεφάλαιον εκ ρουβλίων αργυρών 285,744, ορίζω εις εκπλήρωσιν της υποσχέσεώς μου, δηλονότι εις διάδοσιν της δημοσίας παιδεύσεως εν Ελλάδι. Τα χρήματα ταύτα κατατεθήσονται επί τόκω εν πιστωτικοίς καταστήμασι της Ρωσίας μέχρι της 1 Ιανουαρίου 1906, αι δε ληφθησόμεναι ομολογίαι της καταθέσεως ταύτης τηρηθήσονται εν τω Υπουργείω των Εξωτερικών (της Ρωσίας). Εις την ορισθείσαν εποχήν, δηλονότι τω 1906, η ρωσική κυβέρνησις θέλει φροντίσει να συνεννοηθεί μετά της ελληνικής προς μεταφοράν εις την Ελλάδα ολοκλήρου του κεφαλαίου τούτου μετά και των τόκων προς ανίδρυσιν εν Αθήναις ή εν οιαδήποτε άλλη πόλει, ήτις έσται πρωτεύουσα της Ελλάδος τω 1906, Πανεπιστημίου ονομασθησομένου «Καποδιστριακού». Εις την οικοδομήν του Πανεπιστημίου τούτου μετά παρεκκλησίου ορθοδόξου, βιβλιοθήκης καί τινων επιστημονικών συλλογών ορίζω το 1)4 ή το πολύ το 1)3 του όλου κεφαλαίου του αθροισθησομένου μέχρι της 1 Ιανουαρίου 1906, τα δε υπόλοιπα 3)4 ή 2)3 προσδιορίζω εις αγοράν ακινήτων εν Ελλάδι, των οποίων τα εισοδήματα χρησιμεύσουσιν ανεξαιρέτως εις συντήρησιν των καθηγητών, των σπουδαστών και εν γένει ολοκλήρου του «Καποδιστριακού Πανεπιστημίου». Το χρυσούν ωρολόγιον του Κυβερνήτου μετά των εμβλημάτων και της επιγραφής της πόλεως Γενεύης δωρηθέν μοι υπό των αδελφών του μακαρίτου κόμητος Ιωάννου Καποδιστρίου, ως και η χρυσή ταμβακοθήκη, δωρηθείσα μοι υπό του κόμητος Αυγουστίνου Καποδιστρίου, να φυλαχθώσιν εν τω Υπουργείω των Εξωτερικών (της Ρωσίας) μέχρι της αποστολής του κεφαλαίου μου εις την Ελλάδα, τότε δε συναποσταλώσι και κατατεθώσιν εν τη συλλογή των περιέργων αντικειμένων του «Καποδιστριακού Πανεπιστημίου».

Εν τούτοις δύο παρήλθον από της εν Ρωσία αποκαταστάσεως αυτού έτη και ο Έλλην διπλωμάτης βαρυνθείς τον απράγμονα εκείνον βίον εζήτησε την θέσιν συμβούλου εν τη εν Βραζηλία αυτοκρατορική αποστολή, αλλά χάρις τω Στούρτσα αντί της εις το έτερον ημισφαίριον απομακρύνσεως κατώρθωσε μετά διετίαν (1811) να διορισθή υπεράριθμος υπάλληλος της εν Βιένννη ρωσικής πρεσβείας, διευθυνομένης υπό του βαρώνου Στάκκελβεργ, ένθα ηυδοκίμησε μεγάλως17. Μετά έν έτος (1812) διωρίσθη εν τη ρωσική στρατιά των παραδουναβίων ηγεμονιών διευθυντής του διπλωματικού γραφείου. Εις την νέαν ταύτην θέσιν προσεκλήθη υπό του διαδεξαμένου τον εν ταις ηγεμονίαις στρατηγόν Κουτούζωφ ναυάρχου Τσιτσακώφ, γνόντος, ως είδομεν, την διπλωματικήν δεινότητα του Έλληνος διπλωμάτου, ευθύς άμα τω πρώτη συναντήσει αυτού μετά του Αλεξάνδρου Στούρτσα. Ο Καποδίστριας έφθασεν εις Βουκουρέστιον και εμφανισθείς προς τον Τσιτσακώφ παρουσίασεν αυτώ Υπόμνημα περιέχον πληροφορίας περί των χωρών, άς διήλασεν από Βιέννης μέχρι Βουκουρεστίου. Το νέον τούτο δείγμα της ευφυίας αυτού κατέστησεν αυτόν αγαπητότερον παρά τω ναυάρχω. Μετ' ου πολύ όμως, της Κρήνης επελθούσης μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας, ο Τσιτσακώφ διετάχθη να συνενωθή προς την μεγάλην των συμμάχων στρατιάν. Ο Καποδίστριας απεφάσισε να ακολουθήση τω προστάτη αυτού, αλλ' εκείνος απέτρεψεν αυτόν, ειπών ότι ο αποχωρισμός ως εκ της εις ξένας χώρας μεταθέσεως ήτο αναπόφευκτος. Συνεστήθη όμως πατρικώς υπ' αυτού προς τον νέον αρχηγόν κόμητα Βαρκλαί Δετολλύ ενώπιον πάντων των αξιωματικών του Επιτελείου ως νέος ευφυής και δραστήριος, κατά πάντα δυνάμενος να υπηρετήση ευδοκίμως παρ' αυτώ. Εν τούτοις ο Καποδίστριας κεκμηκώς εκ των καμάτων της εκστρατείας του 1812, καθ' ήν επεδείξατο ζήλον εν τη υπηρεσία ανυπέρβλητον, ακολουθών τω στρατώ ως άλλος πιστός στρατιώτης, ασθενήσας παρέμεινεν εν Βρόνβεργ νοσηλευόμενος. Ευτυχώς εν βραχεί ανακτησάμενος την κλονηθείσαν προς στιγμήν υγείαν, μετέβη εις Σέφφενβουργ έδραν του στρατοπέδου του Βαρκλαί Δετολλύ, όστις εδέξατο αυτόν ευμενώς και ανέθηκεν αυτώ την ήν και παρά τω Τσιτσακώφ εξετέλει υπηρεσίαν.

1.Πολλοί των βιογραφησάντων αυτόν έτος γεννήσεως του Καποδιστρίου ώρισαν το 1779, ένιοι δε το 1780, ως ο Κρέμος, ο Γούδας και ο Κούμας, αλλ' ο Μάρκος Θεοτόκης εν τω εν έτει 1889 εκδοθέντι έργω αυτού: Ο Ιωάννης Καποδίστριας εν Κεφαλληνία κτλ. σελ. 195 και άλλοι αποδέχεται το 1776, ώτινι και ημείς ηκολουθήσαμεν. Σημειωτέον δ' ότι ο H. Thiersch, Griechenlands Schicksale, Francfurt à] M. 1863 σελ. 49 λέγει ότι εγεννήθη τω 1772.
2.Κατά τα βιβλία βαπτίσεως του εν Κερκύρα ναού της «Αντιβουνιωτίσσης», ο Ιωάννης Α. Καποδίστριας εβαπτίσθη τη 11 Φεβρουαρ. 1776. Σημειούσθω δ' ότι το όνομα Καποδίστρια ή Καβοδίστρια φέρουσι μέχρι σήμερον πολλαί εν Κερκύρα οικογένειαι πάσης τάξεως. Ο δε ιστοριογράφος της Κερκύρας [Ανδρέας Μαρμοράς (Della Historia di Corfù σελ. 312) απαριθμών 112 κερκυραϊκάς οικογενείας συγκαταλέγει μεταξύ αυτών και την των Καβοδιστρίων (Cavodistria).
3.Η Ιστρία είναι επαρχία της Αυστρίας κειμένη προς τα ΝΑ αυτής, ήτις σχηματίζει μίαν των τριών περιφερειών του Κυβερνείου των Μεθορίων και αποτελείται εκ χερσονήσου κειμένης εν τω μυχώ της Αδριατικής θαλάσσης. Ο πληθυσμός αυτής ανέρχεται εις 240,000 ψυχών πλην δε του Πισίνου πρωτευούσης αυτής έχει και τας εξής σημαντικάς πόλεις: την Πόλαν, το Ροβίνον, την Καποδίστριαν (Ιουστινούπολιν) και το Πίρανον. Κατά τας μαρτυρίας των αρχαίων συγγραφέων (Στράβων, 5,209. – Δίων Κάσσιος 54, 20. – Πτολεμαίος, 3, 1, 27, 28. – Παυσανίας 10, 32, 19. – Στέφανος Βυζάντιος εν λέξει), φαίνεται ότι η Ιστρία κατωκήθη, ως και η γείτων αυτή Ιλλυρία, υπό Πελασγικού τινος φύλου, εξ εκείνων, άπερ κατώκησαν και εν τη κυρίως Ελλάδι.
4.Η πόλις Καποδίστρια πρότερον καλουμένη Αίγις, κατά τον Μελέτιον, κατεστράφη, ανοικοδομηθείσα δε υπό του αυτοκράτορος Ιουστίνου απεκλήθη από του ονόματος αυτού Ιουστινούπολις: «Ιουστινούπολις, η οποία τανύν Καποδίστρια καλείται, την ονομασίαν λαβούσα από Ιουστίνου του αυτοκράτορος, όστις ανωκοδόμησε καλουμένην Αιγίδα». Ιδέ Μελετίου Γεωγραφίαν Τόμ. Β'. 137-138 έκδ. Βενετίας 1807. – Κατ' άλλους όμως Ιουστινιανούπολις καλείται (Παρβλ. Ν. Σπηλιάδην, Απομνημονεύματα κτλ. Τομ. γ', σελ. 477 και άλλους). Η Καποδίστρια είναι λίαν οχυρά πόλις, έχει δε και λιμένα ομώνυμον εν τω κόλπω της Τεργέστης. Είναι επισκοπή υπό την δικαιοδοσίαν του Ουδίνου και έχει ωραίαν μητρόπολιν, δημαρχείον και μεγάλας αλυκάς. Άλλοτε υπό τους Βενετούς υπαγομένη ην πρωτεύουσα της Ιστρίας (Capo d' Istria).
5.Τινές επί τη ευκαιρία των αποκαλυπτηρίων του εν Κερκύρα ανδριάντος του Καποδιστρίου (12 Απριλίου 1887) εκ των δημοσιογραφούντων εν Αθήναις (Βασίλειος Ζώτος ο Μολοσσός, εν τη «Νέα Εφημερίδι» της 10 Μαΐου 1887 και εφεξής, ο Θ. Μπόβος αυτόθι, της 12 Μαΐου και εντεύθεν και Αθ. Πετρίδης εν τη «Εφημερίδι» του αυτού μηνός), έγραψαν ότι ο κυβερνήτης κατήγετο εξ Αργυροκάστρου της Ηπείρου, αλλ' οι τοιούτοι, ως παρατηρεί ο κ. Φρ. Αλβάνας (Αττικόν Ημερολόγιον 1888 σελ. 273) φαίνεται, ότι ηπατήθησαν εκ τούδε: Οι Κερκυραίοι Γονέμη, εξ ών και η μήτηρ του Ιωάννου Καποδιστρίου Αδαμαντίνη, ένεκεν της προς τους Βενετούς υπηρεσίας αυτών έλαβον εις ανταμοιβήν μεγάλην έκτασιν γαιών μετ' επαύλεως και παροικίας σωζομένης μέχρι του 1798 εν τω Ηπειρωτικώ Εξαμιλίω, εν Βρύσει και εν Βουθρωτώ. Εκ τούτου λοιπόν υπέλαβον ότι ο Καποδίστριας ήτο ηπειρώτης εκ θηλυγονίας. Αλλ' ουδέν παράδοξον, αφ' ού και η Biographis Générale του Michaud εν λέξει λέγει, ότι ο πατήρ του κυβερνήτου ήτο κρεωπώλης!
6.Ο τίτλος ούτος ανεγνωρίσθη υπό της Βενετικής κυβερνήσεως ως αληθής (vera titola)· ιδέ Αρχείον της Γερουσίας Κερκύρας Decreti del Conti 1796. Εκείνο δ' όπερ ο καθηγητής Κάρολος Χοπφ εν τη Εγκυκλοπαιδεία του Ersch-Gruber, εν άρθρω Goth, ανέγραψεν ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας κατήγετο από των ομωνύμων τιμαριωτικών βαρώνων, φαίνεται, κατά τας εν Κερκύρα χειρογράφους σημειώσεις της γενεαλογίας του Καποδιστρίου και κατά τον Κάρολον Μένδελσον Βαρθόλδυν, όστις συνέγραψεν ιστορίαν του Καποδιστρίου: Graf Johann Kapodistrias, Berlin 1864 επί τη βάσει χειρογράφων πολλών, ουχί αληθές. Το Οικόσημον του γένους των Καποδιστρίων αποτελείται εξ αργυράς ασπίδος τεμνομένης διαγωνίως υπό ταινίας ερυθράς, εκ τριών χρυσών αστέρων και εκ σταυρού γεγραμμένου εν δεξιά προς τα άνω της ασπίδος. Ο σταυρός ούτος είναι των ιπποτών του Αγίου Ιωάννου της Ιερουσαλήμ.
7.Παρά Κ. Ν. Σάθα, εν Νεοελληνική Φιλολογία, Αθήναι 1868 σελ. 343 αναφέρεται Άγγελός τις Καποδίστριας ως μέλος της Κερκυραϊκής συγκλήτου (1681) εν σελίδι δε 419 και 421 αναφέρονται ως μαθητεύσαντες εν τω εν Παταβίω Γυμνασίω, ο Λαυρέντιος Καποδίστριας Κερκυραίος και ο Ιερώνυμος Καποδίστριας Κερκυραίος. Αναφέρονται δε προσέτι και ο Αντώνιος Καποδίστριας προπάππος του Ιωάννου, όστις τω 1700 εστάλη εκτάκτως παρά της πόλεως Κερκύρας, ίνα συγχαρή τω Πελοποννησιακώ Μοροζίνη, επί ταις κατά των Τούρκων νίκαις αυτού.
8.Μήνας τινας μετά την συγκινητικήν διά πάντα Έλληνα τελετήν ταύτην κατέπλευσεν εις Κωνσταντινούπολιν και το πρώτον εμπορικόν πλοίον φέρον την ιονικήν σημαίαν, όπερ προϋπήντησαν, κατά διαταγήν του Σουλτάν Σελίμ του Γ', ο πατριάρχης, ο μέγας διερμηνεύς, οι υπουργοί και ο αρχηγός των σωματοφυλάκων αυτού δωρησαμένου προς το νέον κρατίδιον και τον ετήσιον φόρον, λόγω της επικυριαρχίας, εξ 75,000 γροσίων.
9.Τα κατά την αποστολήν αυτού ταύτην ιδέ εν εκτάσει εν τω υπό Μάρκου Θεοτόκη εκδοθέντι εν Κερκύρα τω 1889 έργω, ένθ' ανωτέρω.
10.Ο λόγος ούτος εδημοσιεύθη εν Κερκύρα εκ του δημοσίου Τυπογραφείου τω 1883.
11.Περί αυτών ιδέ την ημετέραν Ιστορίαν της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας», Αθήναι 1894, τόμ. Β', σελ. 383-389.
12.Ιδέ την κατά μετάφρασιν ημών «Ιστορίαν του Μεγάλου Ναπολέοντος», Αθήναι 1893, σελ. 452-454.
13.Αρχαία Μονή των καθολικών Καπουτσίνων εν Κερκύρα μεταβληθείσα τότε εις Εκπαιδευτήριον.
14.Τον Καποδίστριαν ηκολούθουν και οι αξιωματικοί Τιμόθ Απέργης, Ούγγαρος κόμης Βούλγαρις, Βατάλιας και Ριζακάρης, ως καί τινες υπαξιωματικοί και στρατιώται. Γραμματεύς αυτού είχε διορισθή ο Παύλος Πεδεμόντης, προγυμναστής δε των πολιτοφυλάκων πυροβολητών ο λοχαγός του πυροβολικού Πιέρρης
15.Του Καποδιστρίου υπήρχον και άλλοι αδελφοί: ο Βίκτωρ και ο Αυγουστίνος· τούτων ο μεν μετά του Γεωργίου είχε σπουδάσει την αγρονομίαν και την φιλολογίαν, ο δε Βίκτωρ την ιατρικήν, αλλ' απέθανε προώρως παθών διανοητικήν διατάραξιν, ο δε Βιάρος εγένετο διάσημος νομικός, ως και τέσσαρες αδελφαί, ών αι μεν δύο εκάρησαν μοναχαί, αι δε άλλαι ενυμφεύθησαν η μεν τον Σπυρίδωνα Πολυλάν, η δε τον Νικόλαου Ροδόσταμον. Ως βλέπει ο αναγνώστης, εκ των πέντε υιών του Αντωνίου Μαρία Καποδιστρίου ουδείς υπήρξε στρατιωτικός· διότι η μακκιαβελική πολιτική της Βενετίας, εξ ής κατεστράφη, δεν επέτρεπε τοις Έλλησιν, ούς διά τίτλων ευγενείας και άλλων προνομίων καθίστα χειροήθεις, να σπουδάζωσι τα στρατιωτικά, ίνα μη ούτω καθίστανται επικίνδυνοι αυτή. Ίνα δε σαγηνεύη τους ευγενείς, επέτρεψεν αυτοίς να σπουδάζωσιν εν τω Βενετικώ Πανεπιστημίω της Παδούης την ιατρικήν και νομικήν, λαμβάνωσι δε τα διπλώματα του διδάκτορος μετά μεγάλης ευκολίας και σχεδόν ανεξετάστως. Ούτω λοιπόν οι Έλληνες εσπούδαζον θεολογίαν, ιατρικήν φιλολογίαν ή νομικήν και αγρονομίαν. Η αισχρά αύτη πολιτική της Βενετικής δημοκρατίας εζήτει, προς τοις άνω, να διαφθείρη, ως και κατώρθωσε μέχρι τινός, την γλώσσαν και τα ήθη των Επτανησίων, ίνα επιτύχη τον εις τον καθολικισμόν προσηλυτισμόν των ορθοδόξων διά της ιδρύσεως καθολικών ναών και άλλων καθολικών εκπαιδευτηρίων, εις ά προσείλκυον πολλούς.
16.Ο Ιωάννης Δομπόλης απέθανεν εν Πετρουπόλει τη 28 Οκτωβρίου του 1850 αφήσας διά διαθήκης εις την Αυτοκρατορικήν Τράπεζαν της Ρωσίας ρούβλια αργυρά 285,744, ήτοι φράγκα 1252,274, όπως τη 1 Ιανουαρίου του 1906 το κεφάλαιον και οι τόκοι αυτού αποσταλώσιν εις την Ελλάδα και οικοδομηθή εν τη πρωτευούση αυτής πανεπιστήμιον φέρον την επωνυμίαν «Καποδιστριακόν». Τα χρήματα ταύτα κατετέθησαν την 17 και 28 Ιουλίου 1851 παρά των εκτελεστών της διαθήκης αυτού εν τη Αυτοκρατορική Τραπέζη της Ρωσίας, δι' αυτών δε και των τόκων ηγοράσθησαν ομολογίαι του εν Ρωσία παγίου δανείου των 4 0)0. Το κεφάλαιον μετά των τόκων και του κληροδοτήματος ήτο εν συνόλω κατά την 15 Ιανουαρίου του 1893 φρ. χρυσά 3,777,155,37. Ώστε το άνω ποσόν ανατοκιζόμενον επί 4 ο)ο μέχρι του 1906, ότε θα αποσταλή ενταύθα, θα συμποσώται εις 6,000,000 περίπου φράγκων χρυσών. Περί τούτου ιδέ εν εκτάσει την ημετέραν πραγματείαν εν τη «Νέα Εφημερίδι» της 20 Μαΐου 1894, δι' ής συμπληρούμεν τ' εν τη «Ακροπόλει» της 11ης του αυτού μηνός, γραφέντα. Πρβλ. και «Ακρόπολιν» της 19 Μαΐου και της 30ής, εν ή έγραψε συμπληρωτικά τινα ο ανεψιός του Δομπόλη.
17.Ο Γερμανός διπλωμάτης Στάκκελβεργ το κατ' αρχάς εδέξατο ψυχρώς τον Καποδίστριαν, ως υπεράριθμον ακόλουθον της πρεσβείας μη ζητηθέντα και εφέρετο προς αυτόν καχυπόπτως, νομίζων ότι αφίκετο εις Βιέννην έχων μυστικήν τινα αποστολήν, αλλά βραδύτερον συνειδώς το λάθος και την διπλωματικήν επιτηδειότητα του Έλληνος διπλωμάτου αναγνωρίσας, ηγάπησε και εξετίμησεν αυτόν μεγάλως και διώρισεν αυτόν εν τη διεξαγωγή των την Τουρκίαν και τους Χριστιανούς της Ανατολής αφορώντων ζητημάτων, άπερ διεκπεραιούμενα απεστέλλοντο εις Πετρούπολιν υπό του Στάκκελβεργ κατονομάζοντος εν τοις εγγράφοις τον Καποδίστριαν ως συγγραφέα αυτών.
Возрастное ограничение:
12+
Дата выхода на Литрес:
28 сентября 2017
Объем:
531 стр. 2 иллюстрации
Правообладатель:
Public Domain

С этой книгой читают

Антидемон. Книга 15
Эксклюзив
Черновик
4,7
324